Πέμπτη, Μαΐου 24, 2007

Δικαίωση Σ.Τσιτουρίδη από το ΕΣΡ


Η ανακριβής μετάδοση γεγονότων αποτελεί μία μορφή παράβασης των υποχρεώσεων της ραδιοτηλεόρασης που προβλέπεται από τον Κώδικα Δεοντολογίας Ενημερωτικών Εκπομπών (π.δ.77/2003) και αποτελεί αντικείμενο ελέγχου από το ΕΣΡ.

Το ΕΣΡ έχει εκδώσει πάνω από 10 αποφάσεις για αυτή την περίπτωση παράβασης, ενώ πρόσφατα εκδόθηκαν τρεις σημαντικές αποφάσεις, οι οποίες σχετίζονται με την υπόθεση της Επιτροπής Ανταγωνισμού και την απόπειρα σύνδεσης εμπλεκόμενων σ’ αυτήν την υπόθεση προσώπων με τον πρώην υπουργό Απασχόλησης.

Με την απόφαση 226/2007 επιβλήθηκε πρόστιμο 40.000 ευρώ (υπήρξαν μειοψηφίες για το ύψος του προστίμου) σε τηλεοπτικό σταθμό για τη μετάδοση της πληροφορίας ότι ο ειδικός γραμματέας του υπουργείου απασχόλησης ανήκε «στην παρέα των Βρυξελλών» και είχε τοποθετηθεί στην ως άνω θέση από τον Υπουργό Απασχόλησης.

Το ΕΣΡ κατέληξε ότι «ο εν λόγω γραµµατεύς ουδέποτε είχε θητεύσει σε κοινοτικό όργανο στο εξωτερικό και ότι εντεύθεν δεν ανήκε στην «παρέα των Βρυξελλών». Εποµένως η αποδοθείσα στον ως άνω Υπουργό ευθύνη για δήθεν διορισµό προσώπου µετέχοντος στην ως άνω «παρέα» ως ειδικού γραµµατέα του Υπουργείου Απασχόλησης, ήταν ανακριβής. Η ως άνω πληροφορία µεταδόθηκε άνευ προηγουµένου ελέγχου και χωρίς του προσήκοντος αισθήµατος ευθύνης µε αποτέλεσµα τον διασυρµό του προαναφερθέντος Υπουργού».

Με την απόφαση 227/2007 επιβλήθηκε πρόστιμο 40.000 ευρώ (και πάλι υπήρξαν μειοψηφίες για το ύψος) σε άλλο τηλεοπτικό σταθμό για την μετάδοση της πληροφορίας ότι ο υπουργός είχε διορίσει σύμβουλό του στο υπουργείο άλλο πρόσωπο εμπλεκόμενο στην υπόθεση της Επιτροπής Ανταγωνισμού.

Το ΕΣΡ κατέληξε ότι «η ως άνω αναφορά δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια διότι ο *** δεν διορίστηκε σύµβουλος στον προαναφερθέν Υπουργείο από τον ως άνω Υπουργό. Πρόκειται περί µεταδόσεως πληροφορίας άνευ προηγουµένου ελέγχου και του προσήκοντος αισθήµατος ευθύνης, µε αποτέλεσµα τον διασυρµό του προαναφερθέντος Υπουργού

Τέλος, με την απόφαση 228/2007 επιβλήθηκε πρόστιμο 100.000 ευρώ (πάλι με μειοψηφίες για το ποσό) σε τρίτον τηλεοπτικό σταθμό για τη μετάδοση της πληροφορίας ότι ο υπουργός διόρισε σύμβουλό του στο υπουργείο το παραπάνω πρόσωπο και ότι συνεργάστηκε το 1994 με έτερο πρόσωπο εμπλεκόμενο στην υπόθεση της Επιτροπής Ανταγωνισμού.

Το ΕΣΡ αποφάσισε ότι «ούτε ο *** διορίστηκε σύµβουλος στο προαναφερθέν Υπουργείο, ούτε ο *** είχε συνεργαστεί στις Βρυξέλλες µε τον προαναφερθέντα Υπουργό. Πρόκειται περί µεταδόσεως πληροφοριών άνευ προηγουµένου ελέγχου και του προσήκοντος αισθήµατος ευθύνης, µε αποτέλεσµα τον διασυρµό του προαναφερθέντος Υπουργού. Η µετά διήµερον αναφορά στον κεντρικό δελτίο ειδήσεων του τηλεοπτικού σταθµού ότι η δεύτερη των ως άνω πληροφοριών ήταν ανακριβής, δεν αίρει την υπαιτιότητα του τηλεοπτικού σταθµού, καθόσον κατά το άρθρο 5 παρ. 2 του Π.∆/τος 77/2003 οι ανακρίβειες διορθώνονται «αµέσως» στο πλαίσιο της ίδιας ή παρόµοιας εκποµπής

Πρέπει να παρατηρηθεί ότι το ΕΣΡ επισημαίνει στις αποφάσεις ότι η μετάδοση ανακριβών πληροφορίων είχαν ως συνέπεια τον διασυρμό του υπουργού, γεγονός που φαίνεται ότι πάντως δεν άσκησε επιρροή στη βαρύτητα της κύρωσης, αφού αντίστοιχου ύψους πρόστιμα έχουν επιβληθεί και σε άλλες περιπτώσεις που τα θιγόμενα πρόσωπα δεν ήταν αξιωματούχοι.

Επίσης, στην τελευταία περίπτωση, το ΕΣΡ λαμβάνοντας υπόψη το ότι η επανόρθωση έγινε μετά από δύο ημέρες, έκρινε ότι αυτή δεν πληρούσε την υποχρέωση της αμεσότητας που επιβάλει το τηλεοπτικό μέσο. Αυτή η τελευταία κρίση συνδέεται με τη φύση της μετάδοσης της πληροφορίας από την τηλεόραση: δεν υπάρχει επανόρθωση όταν αυτή απέχει χρονικά από το σημείο που μεταδόθηκε η ανακριβής πληροφορία, αφού πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι θα υπάρχει κι ένα μέρος του κοινού που άκουσε την ανακριβή είδηση χωρίς να ακούσει την επανόρθωση και συνεπώς θα έμεινε με εσφαλμένη εντύπωση για το πρόσωπο.

Η συγκεκριμένη δεοντολογική παράβαση (μετάδοση ανακριβών πληροφοριών) είναι ίσως από τις πιο ξεκάθαρες περιπτώσεις που το ΕΣΡ μπορεί να ασκήσει αντικειμενικό έλεγχο για την ποιότητα της ραδιοτηλεόρασης. Σε αντίθεση με άλλες περιπτώσεις (π.χ. την παράβαση της υποβάθμισης της ποιότητας), σε αυτές τις περιπτώσεις η παράβαση είναι αδιαμφισβήτητη. Το γεγονός ότι η ροή πληροφοριών είναι ταχεία σε περιπτώσεις κάλυψης γεγονότων της τρέχουσας επικαιρότητας δεν απαλλάσσει τα μέσα ενημέρωσης από την υποχρέωση διασταύρωσης της είδησης και παράθεσης των τυχόν στοιχείων που έχουν για την επιβεβαίωσή της.

Συχνά η ακατέργαστη, ανεξακρίβωτη είδηση μπορεί να ακούγεται πιο ενδιαφέρουσα, άρα να είναι πιο «εμπορική» με αποτέλεσμα οι δημοσιογράφοι να μπαίνουν στον πειρασμό να την μεταδώσουν ως έχει. Αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί ανεκτό σε μια σύγχρονη κοινωνία των πληροφοριών, ιδίως όταν η ανεξακρίβωτη είδηση μπορεί να έχει δυσμενείς επιπτώσεις, όπως τον διασυρμό προσώπων. Μια συγγενής και χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση είναι η μετάδοση του ότι κάποιος είναι ένοχος, κατά παράβαση του τεκμηρίου της αθωότητας, η οποία τυποποιείται και ως ειδικότερη δεοντολογική παράβαση που επίσης ελέγχεται από το ΕΣΡ.

Σε αυτό το πεδίο, δηλαδή, ο ρόλος του ΕΣΡ καθίσταται σαφέστερος και αντικειμενικός. Το ερώτημα είναι αν η κοινωνία των τηλεθεατών προτιμά την έγκυρη είδηση ή την, ενδεχομένως πιο «διασκεδαστική», ανεξακρίβωτη και ατεκμηρίωτη πληροφορία, η οποία όμως συχνά αγγίζει την παραπληροφόρηση.

Το δίλημμα τίθεται στην πραγματική του βάση από την απάντηση στο ερώτημα του πότε έχουμε ψυχαγωγία και πότε πληροφόρηση. Χωρίς να λείπουν και οι γκρίζες ζώνες του infotainment, όταν η λειτουργία που επιτελεί ένα μέσο ενέχει και τον ελεγκτικό χαρακτήρα της δημόσιας ζωής (watchdog), ανεξάρτητα από το αν παρεισφρέουν και ψυχαγωγικά ή σατιρικά στοιχεία –πράγμα που δεν συμβαίνει πάντως στα δελτία ειδήσεων- ειδικά ως προς την μετάδοση πληροφοριών που παρουσιάζονται ως γεγονότα (και όχι ως σχόλια ή προσωπικές απόψεις), οι κανόνες είναι ξεκάθαροι.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

To νομοσχέδιο για την ισότητα στον γάμο

 Το νομοσχέδιο προβλέποντας στο άρθρο 3 ότι ο γάμος επιτρέπεται για άτομα διαφορετικού ή ίδιου φύλου, αυτοδικαίως επεκτείνει στα ζευγάρια το...