Παρασκευή, Ιανουαρίου 29, 2010

Η μεγάλη θεσμική αλλαγή στην επιλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης

Εξαιρετικά θετική η κίνηση της Κυβέρνησης να προωθήσει ένα εντελώς νέο σύστημα για την επιλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, αλλά και την επαναφορά του αυτοδιοίκητου των Δικαστηρίων και των Εισαγγελιών. Σύμφωνα με νομοσχέδιο που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα και τη διαβούλευση από τον υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρώπινων Δικαιωμάτων, οι τομές της νομοθετικής ρύθμισης είναι οι ακόλουθες:

-Επιδιώκεται η έκφραση γνώμης από τη Βουλή των Ελλήνων για τους ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς που καταλαμβάνουν τις ηγετικές θέσεις των Ανωτάτων Δικαστηρίων της χώρας.

-Η έκφραση γνώμης από τη Βουλή των Ελλήνων διευρύνει τη δημοκρατική νομιμοποίηση και ενισχύει τη διαφάνεια στην επιλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης.

-Όταν πρόκειται να επιλεγούν ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, ο Πρόεδρος και ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ο Πρόεδρος και ο Γενικός Επίτροπος του Ελεγκτικού Συνεδρίου καθώς και ο Γενικός Επίτροπος των διοικητικών δικαστηρίων, προεπιλέγονται αρχικά με απόφαση του υπουργικού συμβουλίου έξι ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί που έχουν τα τυπικά προσόντα. Ο κατάλογος των έξι προεπιλεγέντων διαβιβάζεται στη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής. Η Διάσκεψη των Προέδρων εκφράζει θετική γνώμη για τους τρεις από τους έξι υποψηφίους και αφού προηγουμένως καλέσει σε ακρόαση και τους έξι. Η Διάσκεψη εκφράζει τη γνώμη της με ομοφωνία ή με πλειοψηφία τουλάχιστον 4/5 των μελών της. Τα υπουργικό συμβούλιο αποφασίζει λαμβάνοντας υπόψη τη γνώμη της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής.

-Όταν πρόκειται να επιλεγούν οι αντιπρόεδροι των Ανωτάτων Δικαστηρίων, ο υπουργός Δικαιοσύνης αποστέλλει στη Διάσκεψη των Προέδρων κατάλογο με το σύνολο των δικαστικών λειτουργών που έχουν τα τυπικά προσόντα. Η Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής εκφέρει θετική γνώμη για τριπλάσιο αριθμό υποψηφίων από αυτούς που πρόκειται να επιλεγούν, χωρίς όμως να είναι υποχρεωτική η ακρόαση των υποψηφίων. Κατά τον ίδιο τρόπο απαιτείται ομοφωνία ή πλειοψηφία 4/5 των μελών της.

-Μια δεύτερη σημαντική τομή που ενισχύει το κύρος και την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης είναι η επαναφορά του αυτοδιοίκητου στους μεγάλους δικαστικούς σχηματισμούς της χώρας.

-Τα μεγάλα Ειρηνοδικεία, τα μεγάλα Πρωτοδικεία και τα μεγάλα Εφετεία διευθύνονται από τριμελή συμβούλια που εκλέγονται από τις ολομέλειες των οικείων δικαστηρίων με μυστική ψηφοφορία.

-Οι μεγάλες Εισαγγελίες διευθύνονται από τον Εισαγγελέα, που επίσης εκλέγεται με μυστική ψηφοφορία από τις ολομέλειες των οικείων Εισαγγελιών.

-Βασικό κριτήριο εκλογιμότητας είναι η αρχαιότητα.

-Η θητεία των εκλεγομένων είναι διετής, η εκλογή δε γίνεται για μια φορά. Επιτρέπεται εκλογή και πάλι για μία φορά των ιδίων προσώπων μόνο σε δικαστήριο ανώτερου βαθμού.

-Προβλέπονται συγκεκριμένα κωλύματα εκλογής ή ασυμβίβαστα, προκειμένου να επιλέγονται οι καλύτεροι.

-Σχετικό αμετάθετο προβλέπεται μόνο για τον πρόεδρο, τον εισαγγελέα και τα τακτικά μέλη του συμβουλίου, όχι για τους αναπληρωματικούς. Το αμετάθετο αίρεται και γι’ αυτούς που το έχουν, αν υποπέσουν σε πειθαρχικό παράπτωμα και ασκηθεί πειθαρχική δίωξη.



Θεωρώ ότι πρόκειται για την πρώτη (*) μεγάλη θεσμική τομή της Κυβέρνησης από τη στιγμή που ανέλαβε την εξουσία. Η ακρόαση των υποψηφίων αρχιδικαστών ενώπιον της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής αποτελεί ένα τεράστιο βήμα, ιδίως εάν αυτή η ακρόαση μεταδίδεται και διαδικτυακά-τηλεοπτικά.


(*) H δημόσια διαβούλευση για τα νομοσχέδια και η προκήρυξη των θέσεων των ΓΓ είναι δύο σημαντικές πολιτικές αποφάσεις, αλλά επειδή δεν έχουν ακόμη κατοχυρωθεί νομοθετικά, δεν αποτελούν θεσμικές αλλαγές.



Πέμπτη, Ιανουαρίου 28, 2010

Συμβούλιο της Ευρώπης: Διακρίσεις λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού

Στις 27 Ιανουαρίου η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης αφιέρωσε μια συζήτηση στις διακρίσεις λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου, αλλά, κατόπιν πρότασης του εισηγητή, ψήφισε υπέρ της επιστροφής του κειμένου στην αρμόδια επιτροπή. Ο Αndreas Gross (Ελβετία, Σοσιαλιστική Ομάδα), εξήγησε ότι προστέθηκαν τόσο πολλές τροπολογίες (80) ώστε η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων και Ανθρώπινων Δικαιωμάτων δεν έχει ακόμη αποφασίσει για τις περισσότερες από αυτές. Γι' αυτό το λόγο, πρότεινε να ξεκινήσει σήμερα μια αρχική συζήτηση και να ψηφίσει το κείμενο στην επόμενη σύσκεψη της Ολομέλειας (26-30 Απριλίου). 

Τετάρτη, Ιανουαρίου 27, 2010

4η Ημέρα Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων


Η 28η Ιανουαρίου έχει καθοριστεί εδώ και 4 χρόνια από το Συμβούλιο της Ευρώπης, ως η Ημέρα Προστασίας Δεδομένων. Η ημερομηνία επελέγη γιατί στις 28 Ιανουαρίου 1981 υπογράφηκε στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, η πρώτη διεθνής (ευρωπαϊκή) σύμβαση για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της αυτοματοποιημένης επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων (η Σύμβαση 108). 

Άλλη μια ανούσια "παγκόσμια ημέρα"; Όχι ακριβώς: ουσιώδες στοιχείο για την προστασία προσωπικών δεδομένων είναι ότι οι πολίτες πρέπει να γνωρίζουν τα δικαιώματά τους για να είναι σε θέση να τα ασκήσουν. Ένα μεγάλο μέρος της νομοθετικής προστασίας προσωπικών δεδομένων βασίζεται σε ειδικά δικαιώματα που έχει καθένας μας: αν δεν τα ασκούμε και υποπίπτουν σε αχρησία, τότε επιτρέπουμε εμμέσως την ολοένα αυξανόμενη παράνομη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων. Τα δικαιώματα αυτοπροστασίας είναι (σχηματικά) τα εξής τρία:

- Δικαίωμα ενημέρωσης: πριν από κάθε επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων πρέπει να έχουμε ενημερωθεί αναλυτικά για το ποιος συλλέγει τα δεδομένα, για ποιο σκοπό, σε ποιους τα διαβιβάζει, για πόσο χρόνο και ποια δικαιώματα πρόσβασης και αντίρρησης έχουμε. 

- Δικαίωμα πρόσβασης: καθένας έχει δικαίωμα να γνωρίζει εάν τηρούνται προσωπικά δεδομένα που τον αφορούν σε κάθε υπάρχον αρχείο κι έχει δικαίωμα να λαμβάνει αντίγραφα των προσωπικών του δεδομένων.

- Δικαίωμα αντίρρησης: καθένας έχει δικαίωμα να προβάλλει αντιρρήσεις για την επεξεργασία των προσωπικών του δεδομένων, ζητώντας λ.χ. τη διαγραφή, διόρθωση, κλείδωμα των δεδομένων του, για κάποια εύλογη αιτία. Σε αυτό το δικαίωμα περιλαμβάνεται και η δυνατότητα να εγγραφούμε στο μητρώο προσώπων που δεν επιθυμούν να λαμβάνουν άμεσα μηνύματα προώθησης αγαθών και υπηρεσιών (μέσω ταχυδρομείου: στην Αρχή, μέσω συνδρομητικών υπηρεσιών: στους παρόχους αυτών των υπηρεσιών). 

Αυτά τα δικαιώματα μπορούν να ασκούνται από τα ίδια τα πρόσωπα (εξωδίκως) ή με προσφυγή στην Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων ή και με δικαστική προσφυγή. 

Όμως η Ελλάδα παρόλο που έχει υπογράψει την Ευρωπαϊκή Σύμβαση 108 και την έχει θέσει σε ισχύ από το 1995, δυστυχώς με νομοθεσία που πέρασε αρχικά το 2007 και στη συνέχεια το 2009 έχει καταστήσει σημαντικά τμήματα της Σύμβασης ανενεργά, παραβιάζοντας το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. 

Συγκεκριμένα, με τους Ν.3625/2007 η προστασία δεδομένων δεν εφαρμόζεται στις δικαστικές-εισαγγελικές αρχές στο πλαίσιο του ποινικού δικαίου (πλημμελήματα-κακουργήματα που τελούνται με δόλο) και εξαιρείται η αρμοδιότητα της Αρχής από αυτές τις επεξεργασίες, ενώ με το Ν.3783/2009 εξαιρέθηκε η προστασία από τις κάμερες των δημόσιων αρχών και θεσπίστηκε η δημιουργία βάσης δεδομένων DNA ακόμα και για όσους συλλαμβάνονται για πλημμέλημα (δηλαδή μπορεί και για μια εξύβριση να βρεθεί το DNA σας στην αστυνομία)! 

Αυτοί οι δύο νόμοι πρέπει να καταργηθούν άμεσα, επειδή παραβιάζουν την Ευρωπαϊκή Σύμβαση, την θέσπιση της οποίας γιορτάζουμε αύριο. 

Για πρώτη φορά η ελληνική Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων διοργανώνει μια πιο φιλική στον πολίτη εκδήλωση για την Ημέρα Προστασίας Δεδομένων: αύριο, στο κτίριο της Αρχής (Κηφισίας 1-3) θα λειτουργήσει ένα ενημερωτικό περίπτερο από τις 9.00 έως τις 17.00 όπου μπορείτε να ενημερωθείτε σχετικά με τα δικαιώματα για την προστασία προσωπικών δεδομένων. 

Επίσης στις 13.00 θα δοθεί η καθιερωμένη συνέντευξη τύπου στα γραφεία της Αρχής (βλ. Δελτίο Τύπου). 

Πιο επικοινωνιακός, ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων μεταδίδει μέσα από την ιστοσελίδα του ένα μήνυμα ειδικά για την Ημέρα Προστασίας Δεδομένων, όπου επισημαίνει ότι η προστασία δεδομένων και η διαφάνεια δεν είναι αλληλοαποκλειόμενες αρχές, αλλά συνεπάγονται δικαιώματα τα οποία πρέπει να γίνονται σεβαστά. Ο κ. Hustinx επισημαίνει ότι η ιδιωτικότητα είναι προϋπόθεση για την ενάσκηση άλλων θεμελιωδών δικαιωμάτων και υπογραμμίζει ότι πρέπει να βελτιωθεί το νομοθετικό πλαίσιο για την προστασία προσωπικών δεδομένων

Περιμένουμε από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρώπινων Δικαιωμάτων να δεσμευθεί ότι το ελληνικό θεσμικό πλαίσιο για την προστασία προσωπικών δεδομένων θα προσαρμοστεί με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία προσωπικών δεδομένων, προβαίνοντας στις αναγκαίες νομοθετικές τροποποιήσεις. 

Επιπλέον, επειδή παρόλο που ο σχετικός νόμος υπάρχει από το 1997 υπάρχει καταγεγραμμένη άγνοια στο δικαστικό σώμα. Περιμένουμε από το Υπουργείο να διοργανώσει ειδικά σεμινάρια ώστε να ενημερωθούν εις βάθος οι εισαγγελείς και οι δικαστές για την λειτουργία των διατάξεων της προστασίας προσωπικών δεδομένων. Αν δεν είναι εκείνοι οι καλύτεροι γνώστες των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων της προστασίας δεδομένων, όσες βελτιώσεις και να υπάρχουν δεν θα έχουν καμία πρακτική σημασία. 






Παρασκευή, Ιανουαρίου 22, 2010

Επανεκλογή του Νικηφόρου Διαμαντούρου στη θέση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή


ΣΤΙΣ 20 Ιανουαρίου 2010 ο καθηγητής κ. Νικηφόρος Διαμαντούρος επανεξελέγη από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για άλλη μια 5ετή θητεία στη θέση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή. O κ. Διαμαντούρος έλαβε 340 ψήφους, ο υποψήφιος κ. Pierre-Yves Monette 289 και ο υποψήφιος κ. Vittorio Bottoli. 

O Eυρωπαίος Διαμεσολαβητής είναι το θεσμικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με αρμοδιότητα την εξέταση παραπόνων εκ μέρους των πολιτών για κακοδιοίκηση των οργάνων και οργανισμών της ΕΕ. Έχει επίσης την αρμοδιότητα να παρεμβαίνει αυτεπαγγέλτως σε περιπτώσεις κακοδιοίκησης εκ μέρους της διοίκησης της ΕΕ. Αποτελεί λοιπόν έναν θεσμό ανάλογο με τον Συνήγορο του Πολίτη, έχει όμως στο πεδίο της αρμοδιότητάς του μόνο τα ευρωπαϊκά όργανα.

Ο κ. Διαμαντούρος ήταν ο πρώτος Έλληνας Συνήγορος του Πολίτη, δηλαδή το πρόσωπο που στελέχωσε την ανεξάρτητη αρχή στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και κατά γενική ομολογία και αναγνώριση συνέβαλε ιδιαιτέρως στην δημιουργία ενός σημαντικού και λειτουργικού θεσμού για την εμπέδωση της νομιμότητας στην ελληνική δημόσια διοίκηση, αλλά και την εφαρμογή των αρχών της λογοδοσίας και της διαφάνειας της κρατικής δράσης. Πριν αναλάβει τη θέση του Συνηγόρου του Πολίτη, ο κ. Διαμαντούρος ήταν καθηγητής στο πολιτικό τμήμα της Νομικής Αθήνας και ένας διακεκριμένος διανοούμενος. Το 2003, έλαβε τη θέση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή (European Ombudsman), θέση στην οποία επανεξελέγη προχθες. Το 2005 είχα την τύχη να τον συναντήσω στις Βρυξέλλες, στα γραφεία της ανεξάρτητης αρχής, όπου είχαμε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνομιλία για την λειτουργία του θεσμού και ιδίως τον ρόλο του στην ενίσχυση της αρχής της διαφάνειας. Ήταν η περίοδος που ο Διαμεσολαβητής είχε επιμείνει ιδιαίτερα ώστε οι συσκέψεις του Συμβουλίου της ΕΕ να γίνονται με δημοσιότητα όταν το συμβούλιο λειτουργεί ως νομοθετικό σώμα, πίεση η οποία είχε αποδώσει καρπούς. 

Το ενδιαφέρον στην νέα θητεία του Διαμεσολαβητή είναι ότι μετά την κατάργηση των "πυλώνων" με την Συνθήκη της Λισαβόνας, ο θεσμός δεν θα ελέγχει μόνο την διοίκηση της Κοινότητας (πρώτος πυλώνας), αλλά θα επεκτείνεται και στις υπηρεσίες της εξωτερικής πολιτικής της Ένωσης (παλιός δεύτερος πυλώνας) καθώς και τις υπηρεσίες της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις (παλιός τρίτος πυλώνας). Η αρμοδιότητα του Διαμεσολαβητή διευρύνεται δηλαδή και σε περιοχές στις οποίες δεν είχε δικαίωμα να επέμβει με βάση τη Συνθήκη της Νίκαιας. 

Oι νέες προτεραιότητες του Διαμεσολαβητή για την επόμενη πενταετία είναι:

- Να διασφαλίσει ότι οι πολίτες θα ωφελούνται πλήρως από την Συνθήκη της Λισαβόνας και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων
- Να ενισχύσει την "κουλτούρα υπηρεσίας" για τους πολίτες εντός της διοίκησης της ΕΕ
- Να βελτιώσει την αποτελεσματικότητα της υπηρεσίας του Διαμεσολαβητή. 

Ευχόμαστε καλή επιτυχία στο δύσκολο έργο του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή και θα παρακολουθήσουμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις πρωτοβουλίες και τις δημοσιεύσεις στην ιστοσελίδα του.






Τετάρτη, Ιανουαρίου 20, 2010

Το δικαίωμα ψήφου είναι ανθρώπινο δικαίωμα

Οι υποστηρικτές της διενέργειας δημοψηφίσματος για το νομοσχέδιο σχετικά με την τροποποίηση του Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας υποστηρίζουν ότι υπάρχει μια σκόπιμη σύγχυση ανάμεσα στα "ανθρώπινα δικαιώματα" και στο δικαίωμα ψήφου που είναι "πολιτικό δικαίωμα". Με τη λογική ότι ενώ για τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν επιτρέπεται δημοψήφισμα, το δικαίωμα ψήφου είναι "πολιτικό".

Η άποψη αυτή δεν είναι ακριβής. Το δικαίωμα ψήφου εντάσσεται στο "Δικαίωμα για ελεύθερες εκλογές" που κατοχυρώνεται από το Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Συγκεκριμένα αναγράφεται στο Πρωτόκολλο της ΕΣΔΑ:

’Αρθρo 3  Δικαίωµα για ελεύθερες εκλoγές


Τα Υψηλά Συµβαλλόµεvα Μέρη αvαλαµβάvoυσι τηv υπoχρέωσι όπως διεvεργώσι, κατά λoγικά διαστήµατα, ελευθέρας µυστικάς εκλoγάς, υπό συvθήκας επιτρεπoύσας τηv ελευθέραv έκφρασιv της λαϊκής θελήσεως ως πρoς τηv εκλoγήv τoυ voµoθετικoύ σώµατoς.


Αυτό σημαίνει ότι ειδικά το δικαίωμα ψήφου για την ανάδειξη του νομοθετικού σώματος (δηλ. για την ανάδειξη βουλευτών), αλλά και το αντίστοιχο δικαίωμα του εκλέγεσθαι στο νομοθετικό σώμα, αποτελεί ανθρώπινο δικαίωμα. Eπιπλέον, ως ανθρώπινο δικαίωμα πρέπει να ασκείται χωρίς διακρίσεις. Αυτό προβλέπεται από το άρθρο 14 της ΕΣΔΑ:


’Αρθρo 14 - Απαγόρευση τωv διακρίσεωv

Η χρήσις τωv αvαγvωριζoµέvωv εv τη παρoύση Συµβάσει δικαιωµάτωv  και ελευθεριώv δέov vα εξασφαλισθή ασχέτως διακρίσεως φύλoυ, φυλής, χρώµατoς, γλώσσης, θρησκείας, πoλιτικώv ή άλλωv πεπoιθήσεωv, εθvικής ή κoιvωvικής πρoελεύσεως, συµµετoχής εις εθvικήv µειovότητα, περιoυσίας, γεvvήσεως ή άλλης καταστάσεως.


Άρα δεν επιτρέπεται να αποκλειστεί κάποιος από την ενάσκηση του ανθρώπινου δικαιώματος συμμετοχής σε εκλογές λόγω της εθνικής του προέλευσης ή της συμμετοχής του σε εθνική μειονότητα. 


Εκτός όμως από την ΕΣΔΑ υπάρχει κι άλλη διάταξη του διεθνούς δικαίου που δεν επιτρέπει δημοψηφισματική ανατροπή της. Το άρθρο 25 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (ΔΣΑΠΔ):


 Άρθρο 25

1. Κάθε πολίτης έχει το δικαίωμα και τη δυνατότητα χωρίς καμία διάκριση από εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 2 και χωρίς υπέρμετρους περιορισμούς: 

α. να συμμετέχει στην άσκηση δημόσιας εξουσίας είτε άμεσα είτε δια μέσου ελεύθερα επιλεγμένων εκπροσώπων,

β. να εκλεγεί και να εκλέγεται, κατά τη διάρκεια εκλογών περιοδικών, τίμιων, με καθολική, ίση και μυστική ψηφοφορία, που εξασφαλίζουν την ελεύθερη έκφραση της βούλησης των ψηφοφόρων, 

γ. να έχει πρόσβαση, υπό γενικούς όρους ισότητας, στα δημόσια αξιώματα της χώρας του.


Η απαγόρευση των διακρίσεων κατά το άρθρο 26 του ΔΣΑΠΔ είναι ευρύτερη από αυτή του άρθρου 14 της ΕΣΔΑ (και προσιδιάζει περισσότερο στην απαγόρευση διακρίσεων του 12ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου):


Άρθρο 26


Όλα τα πρόσωπα είναι ίσα ενώπιον του νόμου και έχουν δικαίωμα, χωρίς καμία διάκριση, σε ίση προστασία του νόμου. Ως προς αυτό το ζήτημα, ο νόμος πρέπει να απαγορεύει κάθε διάκριση και να εγγυάται σε όλα τα πρόσωπα ίση και αποτελεσματική προστασία έναντι κάθε διάκρισης, ιδίως λόγω φυλής, χρώματος, γένους, γλώσσας, θρησκείας, πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων, εθνικής ή κοινωνικής προέλευσης, περιουσίας, γέννησης ή άλλης κατάστασης.


Οπότε το επιχείρημα ότι "το δικαίωμα ψήφου δεν είναι ατομικό αλλά πολιτικό" δεν ευσταθεί νομικά. Κάθε περιορισμός σε αυτό το δικαίωμα πρέπει να επιβάλλεται μόνο με τους τρόπους που επιτρέπουν οι διεθνείς συνθήκες και να μην παραβιάζουν την αρχή της ίσης μεταχείρισης. 




Update (ύστερα από ορισμένες ενστάσεις σχολιαστών):


Το άρθρο 16 της ΕΣΔΑ αναφέρει ότι μπορούν να επιβληθούν περιορισμοί στην "πολιτική δραστηριότητα" των αλλοδαπών, χωρίς οι νομοθέτες να εμποδίζονται από τα άρθρα 10 (ελευθερία έκφρασης), 11 (ελευθερία συνέρχεσθαι) και 14 (απαγόρευση διακρίσεων) της ΕΣΔΑ. Επομένως, το άρθρο 16 αναφέρεται στην "πολιτική δραστηριότητα" ως μία έννοια γένους. Το δικαίωμα ψήφου είναι μια ειδική έκφανση πολιτικής δραστηριότητας και κατοχυρώνεται σε μεταγενέστερο και ειδικότερο άρθρο, στο 3 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ. Στο ΠΠΠ δεν υπάρχει βέβαια μνεία επέκτασης των επιτρεπόμενων περιορισμών του 16 και ως προς το δικαίωμα ψήφου. Οπότε το άρθρο 16 δεν καταλαμβάνει το δικαίωμα ψήφου, αλλά μόνο τα δικαιώματα ελευθερίας πολιτικής έκφρασης και ελευθερίας πολιτικού συνέρχεσθαι των αλλοδαπών. 

Εξάλλου, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έχει αναγνωρίσει ότι το άρθρο 3 ΠΠΠ ΕΣΔΑ κατοχυρώνει και το ανθρώπινο δικαίωμα ψήφου, το οποίο δεν επιτρέπεται να ασκείται με επιβολή διακρίσεων, δηλαδή συνεφαρμόζεται με το άρθρο 14 ΕΣΔΑ. Συγκεκριμένα, στην απόφαση ΑΖΙΖ κατά Κύπρου (22.6.2004, προσφυγή 69949/01) η Κυπριακή Δημοκρατία καταδικάστηκε ομόφωνα για παραβίαση του άρθρου 3 ΠΠΠ ΕΣΔΑ σε συνδυασμό με το άρθρο 14 ΕΣΔΑ, επειδή δεν επετράπη σε Τουρκοκύπρια να εγγραφεί στους εκλογικούς καταλόγους της Κύπρου. 

Επομένως, σαφώς και η ψήφος είναι ανθρώπινο δικαίωμα, η άσκηση του οποίου δεν επιτρέπεται να εμποδίζεται από αθέμιτες διακρίσεις όπως η εθνική καταγωγή.


 

Τρίτη, Ιανουαρίου 19, 2010

Μια απάντηση για το "δικαίωμα στην ομοφοβία"

Στο περιοδικό Metropolis δημοσιεύεται ένα άρθρο με τίτλo "το δικαίωμα στην ομοφοβία". Σε αυτό ο αρθρογράφος αναφέρει ότι δεν μπορούμε να αξιώνουμε από το κράτος να επεμβαίνει για να προστατεύσει τους πολίτες όταν προσβάλλονται τα δικαιώματά τους λόγω του σεξουαλικού τους προσανατολισμού. Η θεμελίωση της άποψης αυτής βασίζεται στην ιδέα ότι εάν ζητήσουμε κρατική προστασία για ένα τέτοιο ζήτημα, το οποίο έχει να κάνει με την προσωπική βούληση και τις απόψεις καθενός, τότε θα επιτρέπουμε στο Κράτος να επεμβαίνει στην ιδιωτική μας ζωή και θα εκχωρήσουμε άλλο ένα μέρος της ιδιωτικότητάς μας στον έλεγχο από τις δημόσιες αρχές. 

Δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω με αυτήν την άποψη, στο μέτρο που πράγματι αφορά την ιδιωτική σφαίρα του καθενός, αφού προφανώς κανένα κράτος δεν μπορεί να πείσει έναν ρατσιστή να βλέπει με συμπάθεια τους αλλόφυλους ή να θεραπεύσει το ψυχολογικό σύνδρομο της φοβίας προς τους αλλόθρησκους και τους αλλοδαπούς. Κανένα κράτος δεν μπορεί να σε υποχρεώσει να παντρευτείς έναν κομμουνιστή ή να τα φτιάξεις με έναν μαύρο ή να δεις φιλικά έναν Κινέζο, όταν αισθάνεσαι μια ενδιάθετη απέχθεια γι' αυτές τις ιδιότητες. Άλλο όμως ο ιδιωτικός βίος, οι προσωπικές επιλογές και η ψυχοπαθολογία κι άλλο η υποχρέωση για σεβασμό των δικαιωμάτων τρίτων, τον οποίο οφείλουμε σε κάθε περίσταση της δημόσιας ζωής μας. 

Το άρθρο έχει γραφτεί με αφορμή ένα περιστατικό σε ένα κατάστημα όπου φέρεται ότι εκφράστηκε μια μάλλον εχθρική διάθεση απέναντι σε gay  και ο αρθρογράφος υποστηρίζει λίγο - πολύ ότι αν η κοινότητα διεκδικήσει τα δικαιώματά της, τότε υπάρχει ο κίνδυνος αυτά τα δικαιώματα να ασκηθούν ανάστροφα και εναντίον των gay. Αναφέρει ως παράδειγμα την αξίωση για νομική επιβολή "ηθικών κανόνων" σε σαδομαζοχιστικά πριβέ κλαμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες.  Το ανάστροφο αυτό επιχείρημα δεν στέκει, γιατί πολύ απλά, το νομικό καθεστώς ενός πριβέ κλαμπ είναι εντελώς διαφορετικό από το νομικό καθεστώς ενός καταστήματος που παρέχει υπηρεσίες στο ευρύ κοινό, δηλ. εν δυνάμει στον γενικό πληθυσμό. Σε ένα πριβέ κλαμπ, το οποίο συχνά είναι μια Αστική Μη Κερδοσκοπική Εταιρία (όπως στην Αθήνα λ.χ. το Salon de Bricolage) μπορείς όντως να μιλήσεις για ιδιωτική σφαίρα: επιλέγουν τα μέλη ποιον θέλουν και ποιον δεν θέλουν στο χώρο τους. Όταν όμως παρέχεις υπηρεσίες στο γενικό κοινό έχεις υποχρέωση να εφαρμόζεις την νομοθεσία που απαγορεύει τις διακρίσεις με γνώμονα συγκεκριμένα κριτήρια (φυλή, φύλο, ηλικία, αναπηρία, εθνικότητα, θρήσκευμα, πολιτικές απόψεις, σεξ/κός προσανατολισμός). 

Επίσης στο άρθρο αναφέρεται το παράδειγμα ενός ιδιοκτήτη που διώχθηκε επειδή ήθελε να νοικιάσει το σπίτι του μόνο σε gay κι όχι σε γυναίκες. Κι αυτό μας το παρουσιάζει ως "αντιπαράδειγμα"; Καλά έκανε και διώχθηκε, αφού επιχείρησε να κάνει διακρίσεις με βάση το φύλο και τον σεξουαλικό προσανατολισμό. Ο νόμος για την ίση μεταχείριση δεν προστατεύει μόνο τους gay ή τις γυναίκες, o νόμος απαγορεύει κάθε διάκριση με βάση αυτά τα κριτήρια, όταν πρόκειται για συγκεκριμένες κατηγορίες υπηρεσιών, όπως η στέγαση. 

Υποχρέωση σεβασμού δικαιωμάτων δεν σημαίνει ότι επιβάλλεις σε κάποιον να αλλάξει τις απόψεις του. Σεβασμός δεν σημαίνει προσχώρηση, σημαίνει ανοχή. Δηλαδή ένα minimum συμβιβασμού για την επίτευξη αρμονικής συμβίωσης σε μια κοινωνία. Όταν αυτοί οι κανόνες δεν γίνονται εκούσια αποδεκτοί από τα μέλη της κοινωνίας, η ίδια η ύπαρξή τους θα ήταν υποκριτική εάν δεν υπήρχε κι ένας μηχανισμός για την υποχρεωτική επιβολή τους. Κανείς δεν έχει δικαίωμα να βάλει στο κατάστημά του μια επιγραφή που να λέει "απαγορεύονται οι μαύροι" - αν το κάνει όμως, η κρατική επέμβαση για την εφαρμογή της νομοθεσίας δεν θα είναι "επέμβαση στην ιδιωτική ζωή" του καταστηματάρχη. Δεν θα είναι εκχώρηση ιδιωτικότητας στην δημόσια σφαίρα. Στην δημόσια σφαίρα απευθύνεται ούτως ή άλλως το κατάστημα, οπότε οφείλει να σεβαστεί και τους κανόνες επιτρεπτής δημόσιας συμπεριφοράς, δηλ. τη νομοθεσία.

Άραγε το να ζητήσεις δικαστική προστασία επειδή αδικείσαι μπορεί να θεωρηθεί σοβαρά ως "επέμβαση του κράτους στην ιδιωτική ζωή"; Αυτή η επιχειρηματολογία είναι εντελώς σαθρή, γιατί περιφρονεί βαθύτατα τον ανεξάρτητο ρόλο της Δικαιοσύνης σε σχέση με την ίδια την κρατική οντότητα. Η παρότρυνση να αποφεύγουν οι οργανώσεις την Δικαιοσύνη, είναι στην ουσία μια υποστήριξη της αυτοδικίας. Η αυτοδικία όμως, ακόμη κι αν δεν ήταν αυτή καθαυτή παράνομη, είναι και αναποτελεσματική όταν μιλάμε για ομάδες πολιτών που παραδοσιακά υφίστανται διακρίσεις. Μιλάμε για το εξ ορισμού αδύναμο μέρος, με την έννοια που το έχει προσδιορίσει ο Λυσίας στον λόγο του "περί αδυνάτου". Το αδύναμο μέρος εξ ορισμού αδυνατεί να αυτοδικήσει ή έστω να επιστρατεύσει πλειοψηφικές λογικές για να επιβάλλει τα δικαιώματά του. Το αίτημα για δικαστική προστασία είναι όχι απλώς εύλογο, αλλά κι επιβαλλόμενο προκειμένου η Δικαιοσύνη να αποκτήσει άμεσα ανακλαστικά σε περιπτώσεις παραβιάσεων της αρχής της ίσης μεταχείρισης. Διότι σε τέτοιες περιπτώσεις, η επέμβαση θα πρέπει να είναι αυτεπάγγελτη, δεδομένου ότι τα θύματα αποτελούν εξ ορισμού τα αδύναμα μέρη. Γι' αυτό και η σχετική νομοθεσία προβλέπει ανεστραμμένο το βάρος της απόδειξης και δίωξη χωρίς έγκληση

Θεωρώ εντελώς ανεύθυνη αυτή την νεοσυντηρητική αρθρογραφία που υποστηρίζει μεν ένα "δικαίωμα στην ομοφοβία", αλλά αποδυναμώνει κάθε θεσμικό αντίβαρο που έχει ήδη ψηφιστεί ως μηχανισμός για την προστασία από αυτό το "δικαίωμα", μόνο και μόνο επειδή το "αντίβαρο" είναι ... κρατικό! Επίσης δεν θα έλεγα ότι αποτελεί ακριβώς "δικαίωμα" ένα σοβαρότατο κοινωνικό πρόβλημα το οποίο καταγράφεται από διεθνείς οργανισμούς ως κύριος αποσταθεροποιητικός παράγοντας για την κοινωνική συνοχή κι ένας βασικός λόγος για την άσκηση ενδοοικογενειακής βίας. Δικαιωμα είναι να έχεις τις απόψεις σου, όχι να τις επιβάλλεις στους άλλους προσβάλλοντας τα δικαιώματά τους. Οι αυτοκτονίες ομοφυλόφιλων εφήβων και οι δολοφονίες διαφυλικών και άλλων ατόμων λόγω ταυτότητας φύλου δεν απετράπησαν από την εγρήγορση που (δεν) δείχνει το κράτος που τόσο βδελύσσεται ο αρθρογράφος, αλλά ακριβώς στην θεσμική απουσία αυτών των μηχανισμών. Αυτό που κινδυνεύει δεν είναι το "δικαίωμα στην ομοφοβία" (διάχυτη κατάσταση στις κοινωνίες), αλλά τα δικαιώματα όσων υφίστανται διακρίσεις για εγγενείς ιδιότητες. 

Ακόμη και οι πιο μεταμοντέρνοι φιλελεύθεροι αναγνωρίζουν ως θεμελιώδες στοιχείο του "μικρού κράτους" την λειτουργία ενός ελάχιστου ρυθμιστικών μηχανισμών, όπως είναι φυσικά τα Δικαστήρια. Το να ζητάς όμως περιορισμό της δημόσιας ελευθερίας, χάριν μιας δήθεν μεγαλύτερης "ιδιωτικής αυτονομίας" νομίζω ότι σε στέλνει στην αγκαλιά του George W. Bush. 


Δευτέρα, Ιανουαρίου 18, 2010

Είκοσι χρόνια ελεύθερη ραδιοτηλεόραση

Όταν ψηφίστηκε το Σύνταγμα του 1975, ενώ ο Τύπος και η ελευθερία της έκφρασης κατοχυρώθηκαν στο άρθρο 14 (όπου απαγορεύεται η λογοκρισία και κάθε άλλο προληπτικό μέτρο), ειδικά για την ραδιοτηλεόραση προβλέφθηκε στο άρθρο 15 ότι δεν ισχύουν οι διατάξεις της ελευθεροτυπίας, αλλά ότι υπάγεται στον "άμεσο έλεγχο του Κράτους". Αυτή η φράση περί "άμεσου ελέγχου του Κράτους", σε συνδυασμό με το ότι τότε βεβαίως υπήρχε μόνον η κρατική τηλεόραση, είχε οδηγήσει ορισμένους συνταγματολόγους στο να υποστηρίξουν ότι η δημιουργία ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών σταθμών θα ήταν αντίθετη στο Σύνταγμα.

Τα πράγματα όμως άλλαξαν: στην αρχή με τη δημοτική ραδιοφωνία και στη συνέχεια με την ιδιωτική τηλεόραση, σταδιακά οι νομικοί άρχισαν να ξαναδιαβάζουν το άρθρο 15 του Συντάγματος και να βγάζουν άλλα συμπεράσματα. "Άμεσος έλεγχος του Κράτους" δεν σημαίνει κατ' ανάγκη και κρατική ιδιοκτησία των τηλεοπτικών σταθμών. Δεν είναι όπως τα πανεπιστήμια και το άρθρο 16 που επιβάλλει την λειτουργία τους ως Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου (έχω υποστηρίξει αλλού ότι ακόμη κι αυτή η διατύπωση επίσης δεν είναι αποκλειστική αλλά προγραμματική - διοικητική). Τι συνέβη λοιπόν και ενώ πριν το 1989 ερμηνεύαμε το άρθρο 15 "κλειστά", μετά το 1989 το ερμηνεύουμε πιο ανοικτα; Μα η ίδια η μετάβαση σε μία άλλη εποχή. Το Σύνταγμα δεν απαγόρευε την δημιουργία ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών, επέβαλε απλώς στο Κράτος την υποχρέωση να ασκεί επ' αυτών άμεσο έλεγχο. Έτσι, χωρίς να αναθεωρηθεί το άρθρο 15 του Συντάγματος, ο άμεσος έλεγχος του κράτους ανατέθηκε σε μια ανεξάρτητη αρχή από τον κοινό νομοθέτη, το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης. Στη θεωρία, αυτή η ουσιαστική "αναθεώρηση" του Συντάγματος χωρίς την τήρηση διαδικασίας κατηγοριοποιείται ως "μεταβολή του νοήματος" των συνταγματικών διατάξεων. Το Σύνταγμα, ως ένας ζωντανός οργανισμός, δεν μπορεί να ερμηνεύεται στενά στο ιστορικό πλαίσιο της ψήφισής του, αλλά θα πρέπει να εφαρμόζεται έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η ισορροπία των σχέσεων στην τρέχουσα καθημερινότητα. Δεν μπορούμε να επινοούμε συνταγματικές απαγορεύσεις εκεί που δεν υπάρχουν! Το καθεστώς της αδειοδότησης βέβαια παραμένει σε έναν περίεργο μετεωρισμό όλη την εικοσαετία.

Επί της ουσίας, η δημιουργία ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών σταθμών σημαίνει επίσης διεύρυνση της ελευθερίας της έκφρασης. Δεν εννοώ την ελευθερία των επιχειρηματιών στην ίδρυση μιας βιομηχανίας πληροφόρησης, αλλά την ελευθερία καθενός από εμάς στην λήψη πληροφοριών. Αν προλάβατε τα τηλεκοντρόλ της δεκαετίας του 1980, θα θυμάστε ότι τότε δύο ή τρία πλήκτρα αρκούσαν. Αλλά όποιο κι αν πατούσες, θα έβγαζες τα ίδια συμπεράσματα για την επικαιρότητα: την επίσημη γραμμή της κυβερνητικής ΕΡΤ. Σύμφωνα με το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, η ελευθερία της έκφρασης περιλαμβάνει τόσο το δικαίωμα μετάδοσης απόψεων, όσο και το δικαίωμα λήψης πληροφοριών. Στην πρώτη περίπτωση είναι η ενεργητική πτυχή της ελευθερίας, ενώ στη δεύτερη είναι η παθητική: το δικαίωμα να λαμβάνεις πληροφορίες - κι όχι μόνο την επίσημη άποψη της κυβέρνησης. Με την φιλελεύθερη ερμηνεία του Συντάγματος που επετεύχθη από την ίδια την εξέλιξη των πραγμάτων στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο, το "στεγνό" άρθρο 15 ήρθε πολύ πιο κοντά στο άρθρο 14 και τα δύο μαζί πολύ πιο κοντά στο άρθρο 10 της ΕΣΔΑ. Τα 20 χρόνια ιδιωτικής τηλεόρασης αντιστοιχούν σε ένα συνταγματικό κεκτημένο κάθε πολίτη. Το οποίο ήδη αποτυπώθηκε με το νέο άρθρο 5Α του Συντάγματος (δικαίωμα στην πληροφόρηση και δικαίωμα συμμετοχής στην κοινωνία της πληροφορίας), αλλά και με την τυπική αναθεώρηση του άρθρου 15, το οποίο διευκρίνισε ότι ο άμεσος έλεγχος του Κράτους ασκείται "αποκλειστικά" από το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης.

Όσον αφορά το περιεχόμενο και την ποιότητα, το ίδιο το Σύνταγμα επιβάλλει (κάπως αόριστα, αφου πρόκειται για συνταγματικό κείμενο) στις ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές να διασφαλίζουν την με ίσους όρους ενημέρωση, την αντικειμενικότητα, την ποιοτική στάθμη που επιβάλλει η κοινωνική αποστολή της ραδιοτηλεόρασης και η πολιτιστική ανάπτυξη της χώρας, τον σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και την προστασία της παιδικής ηλικίας και της νεότητας. Γνωρίζουμε ότι στην πράξη αυτές οι συνταγματικές επιταγές - φλερτάροντας επικίνδυνα με άκρως υποκειμενικές καταστάσεις - δεν τηρούνται. Στην τηλεόραση παραβιάζεται κατά κόρον η δεοντολογία, η προστασία των προσωπικών δεδομένων, η με ίσους όρους ενημέρωση. Όσο για την πολιτιστική ανάπτυξη της χώρας και την προστασία της παιδικής ηλικίας, ας μην γίνει καθόλου λόγος. Ευθύνη φέρει και ο ελεγκτής, δηλ. το ΕΣΡ, οι τεχνικές αρμοδιότητές του οποίου θα μπορούσαν να εκχωρηθούν στις καθ' ύλην αρμόδιες αρχές: την Αρχή Προσωπικών Δεδομένων, την Επιτροπή Ανταγωνισμού, τον Συνήγορο του Καταναλωτή, την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων κλπ.

Όλα αυτά όμως δεν σημαίνουν ότι το πρόβλημα είναι η ιδιωτική τηλεόραση: αν παρακολουθήσει κανείς τις ραδιοτηλεοπτικές παραβάσεις, τα κρατικά κανάλια δεν έχουν τίποτε να ζηλέψουν σε παραβατικότητα των συνταγματικών επιταγών από τα ιδιωτικά. Η δημόσια τηλεόραση έχει μάλιστα υπερθεματίσει αρκετές φορές εις βάρος της πολιτιστικής ανάπτυξης της χώρας. Αλλά κι αυτό είναι άκρως υποκειμενικό και βρίσκεται πέρα από τα όρια μιας νομικής αποτίμησης.

Η χρήση των μέσων ενημέρωσης ως διαπλοκή επιχειρηματιών με την πολιτική εξουσία μου φαίνεται επίσης μια άκυρη κριτική για την ιδιωτική τηλεόραση. Αυτή η συνωμοσιολογία αφενός υποβιβάζει το κριτήριο του τηλεθεατή (ψηφίζει ό,τι του λένε στα κανάλια;) κι αφετέρου οδήγησε στην γνωστή νομική πατάτα του "βασικού μετόχου", με την οποία γίναμε περίγελως στην Ευρωπαϊκή Ένωση για μια συνταγματική διάταξη που πρόβλεπε ως ασυμβίβαστη ιδιότητα την ανάληψη δημόσιων συμβάσεων με την ιδιότητα του ιδιοκτήτη ή έστω βασικού μετόχου σε επιχείρηση μέσων ενημέρωσης. Ανοησίες. Αυτά δεν επαρκούν για να περιορίσει κανείς - ούτε ο συνταγματικός νομοθέτης- την ελευθερία του κοινού για πρόσβαση στην πληροφόρηση.

Όσο κι αν παραβιάζονται λοιπόν ανθρώπινα δικαιώματα μέσα από τη χρήση της ραδιοτηλεόρασης, δημόσιας ή ιδιωτικής, δεν μπορούμε παρά να είμαστε, ως θέση αρχής, υπέρ της ελεύθερης λειτουργίας της. Η εικοσαετία της ιδιωτικής τηλεόρασης είναι και μια εικοσαετία διεύρυνσης του δικαιώματος πληροφόρησης όλων μας.


Παρασκευή, Ιανουαρίου 15, 2010

Παραχώρηση επικυρωμένου εισιτηρίου στο μετρό

Εδώ και μερικούς μήνες έχει παρατηρηθεί η πρακτική της παραχώρησης επικυρωμένων εισιτηρίων του μετρό από επιβάτες που δεν εξάντλησαν τα 90 λεπτά χρήσης της υπηρεσίας, προς τους επιβάτες που εισέρχονται στις εγκαταστάσεις του μετρό.

Η Αττικό Μετρό Α.Ε. "απάντησε", τυπώνοντας στην πίσω πλευρά των εισιτηρίων τα εξής: "Η παραχώρηση και αποδοχή επικυρωμένου εισιτηρίου, καθώς και η προτροπή παραχώρησης απαγορεύεται και τιμωρείται από το νόμο (Π.Κ. ΆΡΘ.186.2 & 392)."

Ας δούμε τι λένε αυτά τα δύο άρθρα του Ποινικού Κώδικα:

Άρθρο 186 - Πρόκληση και προσφορά για την εκτέλεση κακουργήματος ή πλημμελήματος
1. Όποιος προκαλεί ή παροτρύνει με οποιονδήποτε τρόπο κάποιον να διαπράξει ορισμένο κακούργημα, καθώς και όποιος προσφέρεται ή αποδέχεται τέτοια πρόκληση ή προσφορά, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών.
2. Όποιος προκαλεί ή παροτρύνει με οποιονδήποτε τρόπο κάποιον να διαπράξει ορισμένο πλημμέλημα, καθώς και όποιος προσφέρεται γι' αυτό και όποιος αποδέχεται τέτοια πρόκληση ή προσφορά, τιμωρείται με την ποινή που προβλέπεται για το σχεδιαζόμενο πλημμέλημα ελαττωμένη κατά το άρθρο 83. Για την ποινική δίωξη του αδικήματος αυτού, απαιτείται έγκληση του προσώπου κατά του οποίου σχεδιαζόταν η τέλεση του πλημμελήματος, αν το υπό εκτέλεση πλημμέλημα διώκεται κατ' έγκληση.
3. Οι ποινές των προηγούμενων παραγράφων επιβάλλονται αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη.

Άρθρο 392 - Δόλια αποδοχή παροχών
1. Όποιος με την πρόθεση να μην καταβάλλει αντίτιμο παίρνει για άμεση κατανάλωση τρόφιμα ή ποτά ή δέχεται την παροχή καταλύματος ή υπηρεσιών, των οποίων το αντίτιμο είναι άμεσα πληρωτέο κατά τις συνήθειες των συναλλαγών, τιμωρείται με χρηματική ποινή ή με φυλάκιση μέχρι τριών μηνών.
2. Η ποινική δίωξη ασκείται μόνο ύστερα από έγκληση.

Το άρθρο 186.2 αφορά αυτόν που προσφέρει το εισιτήριο, ενώ το άρθρο 392 αυτόν που δέχεται να χρησιμοποιήσει επικυρωμένο εισιτήριο.

Ένα μεγάλο ζήτημα δημιουργείται από το γεγονός ότι όποιος αγοράζει ένα εισιτήριο έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει τις υπηρεσίες για 90 λεπτά, οπότε αν τις χρησιμοποίησε για λιγότερα λεπτά, δεν χάνει φυσικά τα δικαιώματά του πάνω στο εισιτήριο. Ωστόσο, οι "συνήθειες των συναλλαγών" είναι ένας όρος που αναφέρεται στο ίδιο το άρθρο 392 κι αυτό επαναφέρει όλη τη σχετική συζήτηση που είχε ξεκινήσει στο αναΜόρφωση - Συνιστολόγιο.

Το ζήτημα όμως δεν έχει κλείσει. Οι "συνήθειες των συναλλαγών" είναι ότι καθένας αγοράζει το εισιτήριο του. Είναι όμως οι συνήθειες των συναλλαγών κάτι στατικό; Όχι, βέβαια. Εάν πιω από το ποτό ενός φίλου μου σε ένα μπαρ, δεν θα διωχθώ με το άρθρο 392 ΠΚ, αφού ο φίλος έχει πληρώσει για το ποτό του. Το νόημα του 392 ΠΚ είναι ότι κάποιος πρέπει να τιμωρείται όταν μπαίνει στο Μετρό χωρίς καθόλου εισιτήριο. Ο νόμος δεν ενδιαφέρεται για το ποιος και γιατί του έδωσε ένα επικυρωμένο και χρονικά έγκυρο εισιτήριο.

Εξάλλου οι συνήθειες των συναλλαγών είναι κάτι που μεταβάλλεται. Το κίνημα των "Ρομπεν των εισιτηρίων" υποστηρίζει μια συμβολική πράξη, η οποία αποτελεί μέσο διαμαρτυρίας για την ολοένα αυξανόμενη τιμή των εισιτηρίων. Είτε συμφωνεί είτε διαφωνεί κανείς με αυτή τη μορφή διαμαρτυρίας, αφενός είναι ένας θεμιτός λόγος για να διαμαρτύρεται κανείς κι αφετέρου το Μετρό δεν χάνει χρήματα που θα έπρεπε να έχει: ή πουλάει την υπηρεσία για 90 λεπτά ή ΔΕΝ την πουλάει για 90 λεπτά. Ως πράξη διαμαρτυρίας που συμβαίνει σε δημοσιότητα εμπίπτει λοιπόν στην ελευθερία της έκφρασης και γι' αυτό κάθε σχετικός περιορισμός θα πρέπει να προβλέπεται με σαφήνεια από το νόμο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση και μόνο που υπάρχουν τόσες αμφιβολίες για την εφαρμογή αυτής της ποινικής διάταξης, κανονικά θα πρέπει να θεωρηθεί ανεφάρμοστο το 392 Π.Κ. , λόγω του κλασικού δόγματος του ποινικού δικαίου ότι κάθε φορά που υπάρχει αμφιβολία δεν πρέπει να υπάρχει ενοχή.



Δευτέρα, Ιανουαρίου 11, 2010

Οι νόμοι των 100 πρώτων ημερών

Μέσα στις πρώτες 100 ημέρες της νέας Κυβέρνησης ψηφίστηκαν τρεις νομοι:

- Ο Ν.3808/2009 για το επίδομα κοινωνικής αλληλεγγύης

- Ο Ν.3811/2009 για την αποζημίωση θυμάτων εγκλημάτων βίας από πρόθεση (εναρμόνιση με κοινοτική Οδηγία).

- O N.3812/2009 για την αναμόρφωση του συστήματος προσλήψεων στο δημόσιο τομέα,

Δεν ξέρω που βρίσκονται και ποιοι είναι οι νόμοι 3809 και 3810, πάντως δεν υπάρχουν στην σχετική ιστοσελίδα της Βουλής, ούτε και στις ειδικές τράπεζες δεδομένων που χρησιμοποιούμε οι νομικοί.

Δυστυχώς δεν έχει καταργηθεί ακόμη η αντισυνταγματική νομοθεσία που θέσπισε η προηγούμενη κυβέρνηση. (βλ. Η δέσμευση που περιμένω: κατάργηση της αντισυνταγματικής νομοθεσίας).

Ειδικά για τα θέματα του Διαδικτύου, είναι ανεξήγητο πώς μια κυβέρνηση που αποδίδει κεντρικό ρόλο στην Κοινωνία της Πληροφορίας έχει επιτρέψει τα θέματα απορρήτου να διέπονται από τη γνωμοδότηση Σανιδά και τη γνωμοδότηση Τέντε, αντί να θεσπίσει ένα ολοκληρωμένο νομοσχέδιο για το απόρρητο στο Διαδίκτυο.

Επίσης, το ΠΑΣΟΚ είχε καταθέσει και υποστηρίξει ως αντιπολίτευση την εισαγωγή του Συμφώνου Συμβίωσης για ομόφυλα ζευγάρια, αλλά ως Κυβέρνηση δεν έχει φέρει το -έτοιμο από το 2008- νομοσχέδιο στη Βουλή. 

Αυτές οι δύο περιπτώσεις σχετίζονται με επείγουσες ανάγκες για το επίπεδο προστασίας ανθρώπινων δικαιωμάτων στην χώρα μας.




Παρασκευή, Ιανουαρίου 08, 2010

Βιβλίο: Εθνικό Σύνταγμα και Κοινοτικό Δίκαιο: το Ζήτημα της "Υπεροχής"


ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΛΙΝΑ
Εθνικό Σύνταγμα και Κοινοτικό Δίκαιο: Το ζήτημα της "Υπεροχής"
θέμα: Δημόσιο Δίκαιο
Σειρά: ΙΔΡΥΜΑ ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗ ΚΑΙ ΔΗΜΗΤΡΗ ΤΣΑΤΣΟΥ
ημ/νία κυκλοφορίας: 09/06/2009
Εκδόσεις: Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα
ISBN: 978-960-15-2233-3
γλώσσα: Ελληνικά
σελίδες: 736

Το πιο σημαντικό νομικό ερώτημα στην εποχή μας φαίνεται ότι είναι κατά πόσον το κοινοτικό (ή γενικότερα το ευρωπαϊκό ή διεθνές) δίκαιο κατισχύει του Συντάγματος. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν δίνεται με ένα "ναι" ή ένα "όχι", διότι η απάντηση δεν γίνεται να είναι "νομική", με την παραδοσιακή έννοια του όρου. Όσο πιο "νομικά" προσπαθήσει να απαντήσει κάποιος, τόσο μεγαλύτερο λάθος θα κάνει. Το ερώτημα όμως είναι νομικό. Και η απάντηση δεν γίνεται να έρθει από μη νομικούς και μάλιστα κορυφαίους.

Η Λίνα Παπαδοπούλου έχει αποδείξει με την επιστημονική της παραγωγή ότι δεν φοβάται την επίπονη και εξαντλητική έρευνα, τόσο οριζόντια (πηγές) όσο και σε βάθος (μεθοδική μεταχείριση του υλικού). Το έργο αυτό ενσωματώνει ατέλειωτες ώρες εργασίας υψηλής ποιότητας, τόσο από πλευράς περιεχόμενης πληροφορίας, όσο και από πλευράς δημιουργικής σκέψης. Είναι ένα έργο επιστημονικής ωριμότητας, πράγμα που φαίνεται ιδίως από την επίμονη ανάλυση με όρους μεθοδολογίας δικαίου.

Το έργο αυτό παρουσιάζει με τον πιο ανάγλυφο τρόπο το αδιέξοδο στο οποίο έχει οδηγήσει ο "συνταγματικός πατριωτισμός" των ελληνικών δικαστηρίων και ιδίως του Συμβουλίου της Επικρατείας, του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου που φέρει την φήμη του πιο προοδευτικού δικαστηρίου της Χώρας. Αυτό το Δικαστήριο έχει πει πολλές φορές και σε διάφορες παραλλαγές ότι "το Κοινοτικόν Δίκαιον δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι υπερισχύει και των διατάξεων του Ελληνικού Συντάγματος", με τη λογική ότι το Σύνταγμα δεν μπορεί να αυτοκαταργείται. Πρόκειται για μια κοντόφθαλμη προσέγγιση, την οποία αποκαλύπτει η συγγραφέας μέσα από την ενδελεχή της ανάλυση τόσο υπό την οπτική του θετικισμού που επικαλείται το ΣτΕ, όσο και υπό μια νέα προσέγγιση που, ουσιαστικά, επαναπροσδιορίζει το ερώτημα: την πλουραλιστική θεώρηση των πηγών του δικαίου.

Στο τελευταίο κεφάλαιο, η Λίνα Παπαδοπούλου φωτίζει ένα τεράστιο ζήτημα, στο οποίο, αν το δούμε στην πλήρη έκτασή του (πέρα δηλ. από το θέμα του κοινοτικού δικαίου) οφείλεται κατά τη γνώμη μου το μεγαλύτερο ουσιαστικό πρόβλημα των Ελληνικών δικαστικών αποφάσεων σήμερα: η μυωπική ανάγνωση του δικαίου μέσα από τη αναγνώριση της κανονιστικής αποκλειστικότητας των νόμων και την άρνηση κάθε άλλης κανονιστικής μήτρας. Ενώ η λειτουργία των δικαστηρίων πρέπει να είναι συνθετική των πηγών του δικαίου, στις αποφάσεις διαβάζουμε μόνο στερεοτυπικές και αξιωματικές διατυπώσεις που βασίζονται σε δεδομένα νομοθετήματα, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη (ακόμη κι όταν προσκομίζονται) λ.χ. δικαιοσυγκριτικά δεδομένα ή και δεσμευτικές πράξεις ανεξάρτητων οργάνων αλλά και οι εκθέσεις και τα ψηφίσματα των διεθνών οργανισμών. Ακόμη και οι διεθνείς συμβάσεις πετιούνται συχνά ως κουρελόχαρτα, έναντι της "υπεροχής" λ.χ. μιας διάταξης του Ποινικού Κώδικα.

Το 80% της ισχύουσας νομοθεσίας αποτελεί ενσωμάτωση του κοινοτικού δικαίου, συχνά μάλιστα εσφαλμένη. Άλλες φορές το κοινοτικό δίκαιο δεν ενσωματώνεται εμπρόθεσμα στην Ελληνική έννομη τάξη. Και άλλες φορές έρχεται σε σύγκρουση με το Σύνταγμα. Σε αυτές τις τρεις περιπτώσεις, ενεργοποιείται ο ρόλος του Δικαστή, ο οποίος πρέπει να δώσει τις κατάλληλες λύσεις. Αυτό δεν γίνεται, όταν ο Δικαστής εμμένει ότι η εξουσία του σε μεθοδολογικά ζητήματα εξαντλείται στον έλεγχο της συνταγματικότητας των νόμων και ότι η προάσπιση του Συντάγματος αποτελεί υποχρέωσή του ως πολίτη για επίδειξη πατριωτισμού, διότι τι να τον κάνω τον "πατριωτισμό" όταν η πατρίδα έρχεται μετά να πληρώσει πρόστιμα ή εκτίθεται διεθνώς, επειδή οι δικαστές δεν εφαρμόζουν σωστά (ή καθόλου) το ευρωπαϊκό δίκαιο. Αν δεν θέλουμε να είμαστε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έχουμε το δικαίωμα να φύγουμε. Αφού όμως επιλέξαμε να μείνουμε, στοιχειώδης πατριωτική σοβαρότητα επιβάλλει να εκπληρώνουμε τις υποχρεώσεις μας.

Το βιβλίο της Λίνας Παπαδοπούλου είναι από εκείνα που θα 'θελε να είχε γράψει κάθε νομικός συγγραφέας. Δεν χρειάζεται να πει κανείς τίποτε άλλο γι' αυτό πέρα από την άκρως τιμητική επισήμανση του Δ. Τσάτσου, στον Πρόλογο, ότι η συγγραφέας έχει υποχρέωση να το μεταφράσει και σε άλλες γλώσσες, επειδή το περιεχόμενό του έχει ενδιαφέρον όχι μόνο για το ελληνόφωνο κοινό. Καθώς όμως σήμερα είναι και τα γενέθλια της Λίνας Παπαδοπούλου, αξίζει να της ευχηθούμε να διατηρεί πάντα αυτή την απίστευτη διανοητική φρεσκάδα και να απολαύσει την αναγνώριση που θα πρέπει και η νομολογία των Δικαστηρίων να επιφυλάξει στο έργο της αυτό.


Νομική προστασία δημόσιων ΛΟΑΤ συναθροίσεων

Οι δημόσιες συναθροίσεις αποτελούν ενάσκηση του ανθρώπινου δικαιώματος του άρθρου 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ελευθερία του συνέρχεσθαι) και του άρθρου 10 (ελευθερία έκφρασης). Αντίστοιχη προστασία προβλέπεται και από το Σύνταγμα της Ελλάδας (άρθρα 11 και 14).

To Kογκρέσσο των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών του Συμβουλίου της Ευρώπης εξέδωσε το Μάρτιο του 2007 τη Σύσταση 211 (2007) για την ελευθερία του συναθροίζεσθαι και της έκφρασης για τις λεσβίες, τους γκέι, τους αμφιφιλόφυλους και τα διαφυλικά άτομα. Η εν λόγω σύσταση έχει ως εξής:


"1. Η πραγματική δημοκρατία προϋποθέτει την ελευθερίς της έκφρασης και των συναθροίσεων χωρίς παρέμβαση από δημόσια αρχή, όπως κατοχυρώνεται στην [ΕΣΔΑ] (άρθρα 10 και 11).


2. Η προστασία αυτών των δικαιωμάτων ειναι ουσιώδης για την διασφάλιση της λογοδοσίας και της υπευθυνότητας των κυβερνητικών αρχών κι ως εκ τούτου είναι καθοριστική για τη προστασία όλων των άλλων βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων.


3. Περαιτέρω, το δικαίωμα του να εκφράζει κάποιος την ταυτότητά του δημόσια μαζί με άλλους είναι αναπόσπαστο στοιχείο της ανεκτικότητας – η αρχή της προστασίας της κοινωνικής ποικιλομορφίας μέσω της ελεύθερης ανταλλαγής των ιδεών που μπορούν να οδηγήσουν στην ανάπτυξη τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.


4.Αυτές οι ελευθερίες φυσιολογικά συνεπάγονται συγκεκριμένα καθήκοντα και ευαισθησίες και ως εκ τούτου, οι κρατικές, περιφερειακές ή τοπικές αρχές μπορούν να επιβάλλουν περιορισμούς αυστηρά και μόνον εφόσον οι περιορισμοί αυτοί περιλαμβάνονται στον νόμο, εφόσον είναι αναγκαίες σε μια δημοκρατική κοινωνία και μόνον εφόσον επιδιώκουν τους νόμιμου στόχους που αναφέρονται στα σχετικά περιφερειακά και διεθνή νομοθετήματα για τα ανθρώπινα δικαιώματα.


5. Δυστυχώς, προσφατα ομοφοβικά γεγονότα σε διάφορα κράτη μέλη έχουν καταδείξει όχι μόνο τη συστηματική παραβίαση των βασικών δικαιωμάτων της κοινότητας των λεσβιών, των γκέι, των αμφιφυλόφιλων και των διαφυλικών (LGBT), αλλά έχουν δείξει και ότι σε πολλές υποθέσεις, οι ίδιες οι αρχές που έχουν την θετική υποχρέωση να προστατεύσουν τους πολίτες τους από τις αθέμιτες διακρίσεις είναι εκείνες που τις ενθαρρύνουν και σε μερικές περιπτώσεις τις υποστηρίζουν ενεργά ή υποκινούν αυτή την αδικία.


6. Δεδομένου ότι η ελευθερία της έκφρασης και των συναθροίσεων βρίσκεται στον πυρήνα μιας δημοκρατικής κοινωνίας και ότι ο ρόλος των τοπικών αρχών στην ενίσχυση αυτών των δικαιωμάτων είναι θεμελιώδης, και υπό το φως των πρόσφατων εξελίξεων, το Κογκρέσσο των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών έχει καταγράψει ένα περίγραμμα εφαρμογής αυτών των δικαιωμάτων σε τοπικό επίπεδο για όλη την Ευρώπη, μαζί με τις παρακάτω συστάσεις.


7. Το Κογκρέσσο συνιστά στην Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης να ζητήσει από τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι:


(α) θα ταχθούν δημοσίως αντίθετα στην αθέμιτη διάκριση για λόγους όπωςτο ανήκειν σε μία σεξουαλική μειονότητα καθώς και να λάβουν κατάλληλα μέτρα για να καταπολεμήσουν το μισαλλόδοξο λόγο με βάση τις αρχές που έχουν καταγραφεί στην Σύσταση Νο R(97) 20 της Επιτροπής Υπουργών.


(β) θα λάβουν υπόψη και θα εφαρμόσουν τις προσεχείς Κατευθυντήριες Οδηγίες για την Ελεύθερη και Ειρηνική Συνάθροιση που έχουν συνταχθεί από το συμβούλιο ειδικών για την ελεθερία της συνάθροισης του ΟΑΣΕ


(γ) θα εξετάσουν όσο εξαντλητικά μπορούν όλες τις υποθέσεις βίας, μισαλλόδοξου λόγου κατά τη διάρκεια γεγονότων που διοργανώνονται από LGBT άτομα ή έχει σχέση με LGBT άτομα, προκειμένου να διευκρινιστεί αν η αθέμιτη διάκριση ή η ομοφοβία έχουν παίξει ρόλο στην διάπραξη του εγκλήματος και θα εγγυήθούν την ποινική δίωξη των υπευθύνων.


(δ) όταν είναι αναγκαίο θα λάβουν θετικά μέτρα όπως επιβάλλεται από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, για να εγγυηθούν την αποτελεσματική ελευθερία της συνάθροισης και της έκφρασης κατά μήκος της εθνικής επικράτεις σε εθνικό, τοπικό και περιφερειακό επίπεδο.


(ε) κάθε αστικό, ποινικό ή διοικητικό μέτρο που παρεμβαίνει στην ελευθερία της έκφρασης και της συνάθροισης πρέπει να προβλέπεται από το νόμο, να υπηρετεί ένα νόμιμο σκοπό (όπως προβλέπεται από τα σχετικά περιφερειακά και διεθνή νομοθετήματα) και δεν είναι υπέρμετρα περιοριστικά σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό.


(στ) οι ομάδες LGBT πρέπει να γνωμοδοτούν πριν την αναθεώρηση κάποιου από τα παραπάνω μέτρα, προκειμένου να διασφαλιστεί η αμοιβαία ικανοποίηση όλων όσων αφορούν αυτά και προκειμένου να προωθηθεί το πνεύμα της συνεργασίας κι όχι αυτό της καταπίεσης.


(η) διοργανωτές γεγονότων στους οποίους έχουν επιβληθεί περιορισμοί, ή στους οποίους έχει απαγορευθεί κάποιο δικαιώμα, έχουν δικαίωμα πρόσβασης σε ένα ανεξάρτητο δικαστήριο ή δικαστική επιτροπή ώστε να μπορούν να προσβάλλουν αυτούς τους περιορισμούς.


(θ) οι τοπικές αρχές πρέπει να είναι ενήμερες για την νέα νομοθεσία καθώς και τη σχετική νομολογία που αφορά τν ελευθερία της συνάθροισης και της έκφρασης και τα μέτρα εναντίον των διακρίσεων.


(ι) ενώ οι διατάξεις για οικονομική ή άλλη ενίσχυση απο τις τοπικές αρχές προς διοργανωτές LGBT δρωμένων πρέπει να αναγνωρίζουν ίσα δικαιώματα για όλες τις όμοιες ομάδες, δεν θα πρέπει να υπάρχουν καταστατικές απαγορεύσεις για τις τοπικές αρχές ως προς την βοήθεια ή την δημοσιοποίηση LGBT δρωμένων.


8. Το Κογκρέσο καλεί τον Επίτροπο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου να εργαστεί στενά με την Επιτροπή Κοινωνικής Συνοχής όσον αφορά την διάκριση κατά των μελών της LGBT κοινότητας, για παράδειγμα στο πλαίσιο συνεργασίας με τους Συνηγόρους του Πολίτη.


Επίσης, το Κογκρέσσο των Τοπικών Αρχών του Συμβουλίου της Ευρώπης εξέδωσε το Ψήφισμα 230 (2007) για την ελευθερία του συναθροίζεσθαι και της έκφρασης για τις λεσβίες, τους γκέι, τους αμφιφιλόφυλους και τα διαφυλικά άτομα. Το Ψήφισμα αυτό έχει ως εξής:


1. Το Κογκρέσσο των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών ανησυχεί σοβαρά λόγω της παραβίασης των δικαιωμάτων στην ελευθερία της έκφρασης και της συνάθροισης για τις λεσβίες, τους γκέι, τους αμφιφυλόφιλους και τα διαφυλικά άτομα (LGBT) σε έναν αριθμό κρατών μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης, η επιτομή των οποίων είναι η απαγόρευση των ειρηνικών πορείων ή διαδηλώσεων από τους LGBT και τους υποστηρικτές τους καθώς και στην άμεση ή έμμεση υποστήριξη κάποιων τοπικών πολιτικών σε βίαιες αντι-διαδηλώσεις.


2. Αποτελεί σημαντικό καθήκον των τοπικών αρχών, όχι μόνο να προστατεύουν θετικά τα δικαιώματα της συνάθροισης και της έκφρασης με έναν πρακτικό κι αποτελεσματικό τρόπο αλλά να αποφεύγουν επίσης και δημόσιες δηλώσεις που νομιμοποιούν τις αθέμιτες διακρίσεις ή την μισαλλοδοξία και την έλλειψη ανοχής.


3.Περαιτέρω, οι τοπικές αρχές έχουν υποχρέωση να διευκολύνουν τις νόμιμες διαδηλώσεις να διεξάγονται ειρηνικά με την λήψη, μεταξύ άλλων, επαρκών μέτρων για να αποφευχθούν επιθέσεις από βίαιους αντιρρησίες. Η επίκληση ενός θεωρητικού κινδύνου διατάραξης της δημόσιας τάξης ή ακόμη και της ίδιας της ύπαρξης αντιρρησιών δεν είναι επαρκής λόγος για τον περιορισμό των δημόσιων εκδηλώσεων.


4.Τα δικαιώματα των λεσβιών, των γκέι, των αμφιφυλοφιλων και των διαφυλικών προσώπων στην ελευθερία της έκφρασης και της συνάθροισης είναι ουσιώδη όχι μόνο για την δικη τους προσωπική ανάπτυξη, αξιοπρέπεια και ολοκλήρωση ως πολιτών, αλλά επίσης για την προώθηση και προστασία της ισότητας και της δημοκρατίας και για την πρόοδο της κοινωνίας ως ένα συνεκτικό σύνολο.


5.Η [ΕΣΔΑ] προβλέπει στα Άρθρα 10 και 11 ότι κάθε πρόσωπο έχει το δικαίωμα να απολαμβάνει την ελευθερία της έκφρασης, της συνάθροισης και της ένωσης χωρίς παρεμβάσεις από δημόσιες αρχές και χωρίς αθέμιτες διακρίσεις (Άρθρο 14).


6. Το Κογκρέσο, πιστεύοντας ότι αυτά τα δικαιώματα βρίσκονται στον πυρήνα μιας δημοκρατικής κοινωνίας και ότι ο ρόλος των τοπικών αρχών είναι να τα θεωρεί ως ουσιώδη, έχει συντάξει τις παρακάτω συστάσεις για να διασφαλιστεί ότι οι LGBT πολίτες σε όλα τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης απολαμβάνουν πλήρη δικαιώματα στην ελευθερία της συνάθροισης και της έκφρασης. Το Κογκρέσσο καλεί τις τοπικές αρχές να:


α. λάβουν τα κατάλληλα μέτρα για να καταπολεμήσουν τον μισαλλόδοξο λόγο επί τη βάσει των αρχών που περιέχονται στην Σύσταση της Επιτροπής Υπουργών Νο R (97)20.


β. λάβουν υπόψη και να εφαρμόσουν τις προσεχείς Κατευθυντήριες Οδηγίες για την Ελεύθερη και Ειρηνική Συνάθροιση που έχουν συνταχθεί από το συμβούλιο ειδικών για την ελεθερία της συνάθροισης του ΟΑΣΕ

γ. περιορίζουν το δικαίωμα ειρηνικής συνάθροισης, μόνο ως έσχατο μέτρο, αφού έχουν εξαντλήσει όλα τα άλλα μέσα επιδίωξης συμφωνίας για την εκδήλωση, ύστερα από μια ανοικτή, αντικειμενική και διαφανή αξιολόγηση όλων των διαθέσιμων πληροφοριών και σε περιπτώσεις ώστε:

i.να διασφαλίσουν ότι οι περιορισμοί απηχούν νόμιμους λόγους που απαριθμώνεται σε διεθνή νομοθετικά κείμενα για τον περιορισμό εκδηλώσεων ή συναντήσεων και ότι η ερμηνεία αυτών των λόγων είναι σύμφωνη με την πάγια νομολογία και δεν υποβάλλουν αρχές συγκεκριμενης πολιτικής τάσης ή θρησκείας.

ii.να επιβάλλουν τα λιγότερο περιοριστικό χρόνο, μέρος ή τρόπο σε σχέση με την επίτευξη του νόμιμου στόχου,


iii. να προσφεύγουν στον διοργανωτή του προτεινόμενου δρωμένου τη δυνατότητα να απαντήσει σε ιδιαίτερες ανησυχές που εγείρονται από κάποια ρυθμιστική αρχή


iv. να δημοσιεύουν τος λόγους για τους οποίους επιβάλλονται περιορισμοί, εκ των προτέρων σε σχέση με την ανακοινωθείσα ημέρα της εκδήλωσης έτσι ώστε να μπορέσει ο διοργανωτής να προσβάλλει τη νομιμότητα των περιορισμών σε ένα δικαστήριο πριν ξεκινήσει η εκδήλωση.


v.να εφαρμόσουν εύλογα και κατάλληλα μέτρα ώστε να επιτρέψουν στις νόμιμες διαδηλώσεις να προχωρήσουν ειρηνικά αποφεύγοντας κανονισμούς που θα αλλοίωναν θεμελιωδώς τον χαρακτήρα μιας εκδήλωσης, όπως είναι η περιττή χρήση εμποδίων κίνησης πλήθους ή καθορισμό της πορείας σε λιγότερο κεντρικές περιοχές της πόλης,


vi. να διαθέσουν επαρκείς αστυνομικές δυνάμεις που θα διασφαλίζουν ότι έχουν ληφθεί επαρκή μέτρα, όπου οι αντιδιαδηλωτές κατά των LGBT έχουν εντοπιστεί, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι συμμετέχοντες δεν θα διατρέχουν κίνδυνο μήπως υποσύτον σωματική βία, κατ΄εφαρμογή του Άρθρου 2 της ΕΣΔΑ που επιβάλλει θετική υποχρέωση στις αρχές να προστατεύουν το δικαίωμα στη ζωή και του Άρθρου 3 που ορίζει ότι κανείς δεν επιτρέπεται να υποβάλλεται σε βασανιστήρια ή σε απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία,


δ. να βεβαιώσουν ότι οι ίδιες και οι υπάλληλοι τους αποτελούν υποδείγματα ανεκτικότητας και:


i.ασκούν τα καθήκοντά τους με νόμιμο και όχι κατά διακριτική μεταχείριση και δεν επιβάλλουν περιορισμούς λόγω του περιεχομένου του μηύνματος μιας εκδήλωσης,


ii.δεν στερούν μέλη της LGBT κοινότητας από τις υπηρεσίες τους για λόγους σχετικούς με την συνείδηση ή με την θρησκεία τους, όταν οι εν λόγω υπηρεσίες είναι σαφώς καθορισμένες στους όρους της σύμβασης εργασίας τους,


ε. να διασφαλίζουν οτι όσον αφορά τις εκδηλώσεις LGBT


i. οι διαδικασίες κοινοποίησης είναι όσον το δυνατόν πιο ελεύθερες από γραφειοκρατικές διαδικασίες,


ii. το κοινό έχει επαρκή πρόσβαση σε αξιόπιστες πληροφορίες που σχετίζονται με προσεχή γεγνότα, όπως επίσης και σε πληροφορίες που αφορούν τις διακρίσεις και την έλλειψη ανοχής,


iii. το κόστος καθαρισμού μετά την εκδήλωση δεν επιβάλλονται στον διοργανωτή μιας μη κερδοσκοπικής εκδήλωσης.


στ. να ενισχύουν και ενδυναμώνουν τις σχέσεις της κοινότητας με την τοπική αστυνομία προκειμένου να μειωθoύν οι κλιμακώσεις έντασης στις δημόσιες διαδηλώσεις και να:


i. διασφαλίσουν ότι οι αστυνομικοί έχουν λάβει την κατάλληλη εκπαίδευση και οδηγίες σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ουδετερότητα και την απαγόρευση διακρίσεων και να εφαρμοζουν αυτά,


ii. χρησιμοποιούν την ακύρωση των συναθροίσεων ως ένα έσχατο μέτρο,


iii. διασφαλίζουν ότι οι υπάλληλοι των διωκτικών αρχών αποφεύγουν την χρήση βίας ή τέτοιους περιορισμούς δυνάμεων στο ελάχιστο αναγκαίο, εφαρμοζοντας αυστηρά τα διεθνή πρότυπα της αστυνομίας που περιλαμβάνουν ειδικές και αναλυτικές οδηγίες σχετικά με αυτή τη χρήση.


iv. διασφαλίζουν ότι οι αστυνομικοί υπάλληλοι λαμβάνουν άμεση και αποτελεσματική δράση (σύμφωνα με τις ανάγκες της κανονικής διασφάλισης της δημόσια τάξης) για την αποτροπή κάθε προσώπου που σκοπεύει να θίξει μια εκδήλωση,


v. να μην επιβάλλουν στους διοργανωτές εκδηλώσεων να προσλάβουν προσωπικο ασφαλείας ή να καλύπτουν τα έξοδα της αστυνόμευσης των συναθροίσεων (καθώς αποτελεί είδος περιορισμού που προσβάλλει την θετική υποχρέωση των αρχών για προστασία της άσκησης των δικαιωμάτων αυτών),


ζ. να επιχειρήσουν την ανάπτυξη διαμεσολαβητικών ικανοτήτων σε περιπτώσεις διαφορών, όπου θα επιχειρείται η υποστήριξη αναζήτησης αμοιβαία αποδεκτών λύσεων για αντίθετες ομάδες, εισαγάγοντας τις τοπικές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών με εμπειρία διαμεσολάβησης και με την αξιοποίηση των υπαρχόντων μεσολαβητών


η. να χρησιμοποιοήσουν ανεξάρτητους παρατηρητές για να καλύψουν αντικειμενικά τα LGBT γεγονότα, να επιβλέπουν την αστυνομική δράση όσον αφορά τους αντι-διαδηλωτές ή να ελέγχουν την συμβατότητα των όρων κάθε συμφωνίας και να εξετάζουν την σύνδεση με τον ΟΑΣΕ στην ανάπτυξη και προετοιμασία ενός προγράμματος παρακολούθησης σε σχέση με εκδηλώσεις LGBT.


7.To Κογκρέσσο περαιτέρω αποφασίζει να:


α. υποδείξει ότι οι συζητήσεις για τα δικαιώματα LGBT στην ελευθερία της έκφρασης και της συνάθροισης πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο σε μαλλοντικές συναντήσεις των εκπροσώπων ΟΑΣΕ προκειμένου να ενισχυθεί η συνεργασία ανάμεσα στους δύο οργανισμούς.


β. αναθέσει στην Επιτροπή Κοινωνικής Συνοχής να εργαστεί στενά με τον Επίτροπο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου όσον αφορά τα ζητήματα διακρίσεων κατά των μελών της LGBT κοινότητας, για παράδειγμα στο πλαίσιο της συνεργασίας με τους Συνηγόρους του Πολίτη.


Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην υπόθεση Baczkowski και άλλοι, καταδίκασε την Πολωνία για παραβίαση του δικαιώματος στην ελευθερία του συνέρχεσθαι (Άρθρο 11 ΕΣΔΑ). Οι προσφεύγοντες ετοίμαζαν μια εκδήλωση (παρέλαση) για τις 10-12 Ιουνίου 2005 στην Βαρσοβία, προκειμένου να ευαισθητοποιήσουν την κοινή γνώμη για τις διακρίσεις εις βάρος των μειονοτήτων -σεξουαλικών, εθνικών, εθνοτικών και θρησκευτικών – όπως επίσης εις βάρος των γυναικών και των αναπήρων. Ωστόσο, η αίτησή τους για άδεια από την Οδική Υπηρεσία απορρίφθηκε, ενώ ο Δήμαρχος εξέδωσε αποφάσεις για την απαγόρευση των εκδηλώσεων. Ταυτόχρονα, η δημοτική αρχή επέτρεψε να γίνουν έξι άλλες διαδηλώσεις την ίδια ημέρα με θέματα “ενίσχυση των μέτρων κατά της παιδοφιλίας”, “κατά του συμφώνου συμβίωσης”, “υπέρ της εκπαίδευσης για τις χριστιανικές αρχές ως εγγύησης για μια ηθική κοινωνία”, “Χριστιανοί που σέβονται τους νόμους του Θεού και της Φύσης είναι πολίτες πρώτης κατηγορίας”, “κατά της υιοθεσίας παιδιών από τα ομόφυλόφιλα ζευγάρια”. Παρ' όλ' αυτά, η διαδήλωση κατά των διακρίσεων έλαβε χώρα στις 11 Ιουνίου, με συμμετοχή 3.000 ατόμων και υπό την επίβλεψη της αστυνομίας. Ο Δήμαρχος Βαρσοβίας σε μια συνέντευξη πριν την απαγόρευση ανέφερε “είμαι κατά των διακρίσεων για λόγους σεξουαλικού προσανατολισμού, αλλά δεν θα γίνει προπαγάνδα για την ομοφυλοφιλία. Αν θέλουν ας διαδηλώσουν ως πολίτες, όχι ως ομοφυλόφιλοι.” Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου αναφέρει:


98. Οι περιορισμοί του πολιτικού λόγου ή του δημόσιου διαλόγου σε θέματα γενικότερου ενδιαφέροντος είναι ιδιαίτερα στενοί σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 2 της Σύμβασης [...]. Ωστόσο, η άσκηση της ελευθερίας του λόγου από αιρετούς πολιτικούς οι οποίοι την ίδια στιγμή κατέχουν δημόσια αξιώματα της εκτελεστικής εξουσίας συνεπάγεται ιδιαίτερη υπευθυνότητα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ένα σύνηθες μέρος των καθηκόντων αυτών των δημόσιων λειτουργών είναι να λαμβάνουν διοικητικές αποφάσεις οι οποίες μπορεί να έχουν επιπτώσεις στα ατομικά δικαιώματα, ενώ σε άλλες περιπτώσεις οι αποφάσερις μπορεί να λαμβάνονται από δημόσιους υπαλλήλους που δρουν εις το όνομα τους [των αιρετών]. Έτσι, η ελευθερία της έκφρασης γι' αυτά τα δημόσια πρόσωπα μπορεί να προσβάλλει υπέρμετρα την απόλαυση των δικαιωμάτων των άλλων που κατοχυρώνονται από τη Σύμβαση [...]. Κατά την ενάσκηση της ελευθερίας της έκφρασης, πρέπει να είναι εγκρατείς, έχοντας κατά νου ότι οι απόψεις τους μπορεί να θεωρηθούν ως οδηγίες προς τους δημόσιους υπαλλήλους, των οποίων οι θέσεις και οι καριέρες εξαρτώνται από την έγκριση των πρώτων.[...]


100. [...] το Δικαστήριο παρατηρεί κατά την αξιολόγηση της υπόθεσης ότι οι αυστηρές προσωπικές δηλώσεις του Δημάρχου για τα θέματα αυτά επηρέασαν τις αποφάσεις που εκδόθηκαν σχετικά με την ενάσκηση του δικαιώματος σε ελεύθερη έκφραση. Παρατηρεί ότι οι αποφάσεις εκδόθηκαν από τις δημοτικές αρχές, ενεργούσες εις το όνομα του Δημάρχου, ενώ είχε χαρακτηρίσει τη διαδήλωση “προπαγάνδα υπέρ της ομοφυλοφιλίας”. Παρατηρείται περαιτέρω ότι ο Δήμαρχος εξέφρασε αυτές τις απόψεις ενώ ήδη είχε κατατεθεί αίτημα ενώπιον των δημοτικών αρχών. Ενόψει αυτού, το Δικαστήριο θεωρεί ότι οι απόψεις του επηρέασαν την διαδικασία λήψεως απόφασης και, κατ' αποτέλεσμα, παραβίασαν κατ' αθέμιτη διάκριση τα δικαιώματα των προσφευγόντων για ελεύθερη συνάθροιση.


101. Δεδομένων των συνθηκών της εν λόγω υπόθεσης, ως σύνολο, το Δικαστήριο κρίνει ότι παραβιάστηκε το άρθρο 14 σε συνδυασμό με το άρθρο 11 της Σύμβασης.




To νομοσχέδιο για την ισότητα στον γάμο

 Το νομοσχέδιο προβλέποντας στο άρθρο 3 ότι ο γάμος επιτρέπεται για άτομα διαφορετικού ή ίδιου φύλου, αυτοδικαίως επεκτείνει στα ζευγάρια το...