Σάββατο, Ιουνίου 30, 2012

Η "προεδροποίηση" του πολιτεύματος

Από την συνταγματική αναθεώρηση του 1986, με την οποία αφαιρέθηκαν ορισμένες αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας, όπως η διάλυση της Βουλής εάν διαπίστωνε την δυσαρμονία της με την λαϊκή βούληση, το ελληνικό πολίτευμα χαρακτηρίστηκε "πρωθυπουργοκεντρικό". Ήταν η περίοδος που τα πολιτικά συμφραζόμενα έθεταν στο επίκεντρο τον παντοδύναμο αρχηγό μιας μονοκομματικής  κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, την οποίο αντιπολιτευόταν μια επίσης ισχυρή αξιωματική αντιπολίτευση - εν αναμονή κυβέρνηση, ενώ ο ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας περιοριζόταν στον συμβολικό εγγυητικό ρόλο της εθιμοτυπίας των ορκωμοσιών και της υπογραφής των νομοθετικών προϊόντων της Βουλής. Οι κυβερνήσεις εναλλάσσονταν με την λογική του "ώριμου φρούτου", με την εξουσία να αφορά μόνο δύο πολιτικούς φορείς, υποστηριζόμενους από τις πλατειές εκλογικές πελατείες τους. 

Ο όρος "προεδρευόμενη" που συνοδεύει τον χαρακτηρισμό του πολιτεύματος ως "κοινοβουλευτικής δημοκρατίας", είχε προκαλέσει ορισμένες ενστάσεις κατά την θέσπιση του Συντάγματος του 1975. Η δημοκρατία μας δεν είναι "προεδρική", καθώς την κορυφή της εκτελεστικής εξουσίας τυπικά μόνον ενσαρκώνει ο Πρόεδρος, ενώ το σύνολο των πολιτικών αποφάσεων έχει απορροφηθεί από τις αρμοδιότητες του Πρωθυπουργού. Οι ενστάσεις για τον όρο "προεδρευόμενη" σχετίζονταν με το δυσμετάφραστο του σε άλλες γλώσσες. Στην πραγματικότητα όμως, νομίζω ότι ο όρος ήταν η μετάφραση του αγγλικού ρήματος "chair", που αποδίδει το ρόλο του συντονιστή - όχι όμως και του πρωταγωνιστή- μιας συζήτησης. Το αμιγώς κοινοβουλευτικό σύστημα είναι εκείνο στο οποίο όλες οι δημόσιες εξουσίες απορρέουν άμεσα ή έμμεσα από το κοινοβούλιο κι όχι από τις αποφάσεις του ανώτατου άρχοντα. Η παλιά διαπάλη πρωθυπουργού - βασιλιά, δεν αφορούσε ένα γνήσιο κοινοβουλευτικό σύστημα, αφού η Βουλή δεν διέθετε τον πρωτεύοντα σημερινό ρόλο. Ο ανώτατος άρχοντας τότε μπορούσε να διορίσει και να παύσει "τους υπουργούς αυτού" κι έπρεπε να κατοχυρωθεί η απόλυτη αρχή της δεδηλωμένης για να λήξει αυτός ο συνταγματικός κύκλος. Στο σύστημα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, η διαπάλη έχει μετατοπιστεί στο δίπολο κυβέρνηση - αντιπολίτευση. Οπότε ο ρόλος του Προέδρου είναι απλώς να "προεδρεύει" κι όχι να κυβερνά. Είναι περισσότερο "Προεδρεύων" και λιγότερο "Πρόεδρος". 

Τον τελευταίο χρόνο όμως, τα πολιτικά συμφραζόμενα έχουν μεταβληθεί σημαντικά. Η σοβαρότατη κρίση εμπιστοσύνης των δύο πολιτικών φορέων που εναλλάσσονταν στην μονοκομματική κυβερνητική εξουσια, όπως αυτή εκφράστηκε με τις μετακινήσεις αρχικά των βουλευτών και την μετάθεση αυτής της δυσπιστίας σε κοινοβουλευτικό επίπεδο, κόστισε σημαντικά στο "πρωθυπουργοκεντρικό" σύστημα, αναδεικνύοντας τις σοβαρές στρεβλώσεις που επέφερε μέσα στα χρόνια, στον δημοκρατικό χαρακτήρα του πολιτεύματος. Όταν έγινε αντιληπτό ότι μια μονοκομματική κυβέρνηση, παρά την τυπική δεδηλωμένη, αδυνατεί να απορροφήσει τους κοινωνικούς κραδασμούς και να χτίσει τις ευρείες συναινέσεις που επιβάλλονταν για την λήψη εξαιρετικά επαχθών και αντιλαϊκών μέτρων, η πολιτική λύση αναζητήθηκε στην τρικομματική συμπόρευση. Στο επίκεντρο λοιπόν ήρθε ο συντονιστής, ο "ρυθμιστής του πολιτεύματος", κατά την συνταγματική ορολογία. Ο οποίος παρείχε το forum, τις εγκαταστάσεις και την υψηλή επιστασία της Προεδρίας της Δημοκρατίας, για τις συζητήσεις που κατέληξαν στον διορισμό της κυβέρνησης Παπαδήμου. 

Μετεκλογικά, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκλήθη να ασκήσει την αρμοδιότητα της ανάθεσης των διερευνητικών εντολών και, όταν αυτές απέβησαν άκαρπες, να οργανώσει τις συζητήσεις μεταξύ των πολιτικών αρχηγών για τον σχηματισμό οικουμενικής κυβέρνησης. Τα φώτα της δημοσιότητας έπεσαν στο προεδρικό μέγαρο με πρωτόγνωρο τρόπο, επιβεβαιώνοντας, για μια ακόμη φορά, ότι δεν επρόκειτο για μια ήρεμη θητεία επισφράγισης της πολιτικής σταδιοδρομίας ενός παλαιού κοινοβουλευτικού. Ο Πρόεδρος εκλήθη να λύσει προβλήματα που δεν είχε αντιμετωπίσει κανένας προκάτοχός του, όπως ο προσδιορισμός του κύκλου των πολιτικών αρχηγών που θα έπρεπε να υποδεχθεί στο προεδρικό μέγαρο, ο χειρισμός μιας κατηγορίας για "πλαστογραφία", η πίεση ηγετών άλλων χωρών για σχηματισμό κυβέρνησης, η δυστοκία των πολιτικών αρχηγών να χειριστούν ένα πολυσήμαντο εκλογικό αποτέλεσμα και η δυσανεξία τους στην συνεννόηση για την αντιστοίχιση της λαϊκής εντολής με πρόσωπα στελέχωσης ενός κυβερνητικού σχήματος. Μετά τις διαπιστώσεις αυτές, ο Πρόεδρος άσκησε άλλη μια σπανίως εφαρμοζόμενη αρμοδιότητα, διορίζοντας πρωθυπουργό τον πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας με εντολή να σχηματίσει μια υπηρεσιακή κυβέρνηση. Μετά τις επόμενες εκλογές, ο Πρόεδρος περιορίστηκε στη διαπίστωση της ανάγκης ανάθεσης μιας διερευνητικής εντολής, με αποτέλεσμα τον σχηματισμό άλλης μιας τρικομματικής κυβέρνησης, όχι όμως "ειδικού σκοπού" και με επικεφαλής τον αρχηγό του πρώτου σε έδρες κόμματος. 

Η ασθένεια του Πρωθυπουργού έφερε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας συγκυριακά στη θέση της επίσημης εκπροσώπησης της χώρας σε μια κρίσιμη σύνοδο κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κι ενώ τυπικά μια τέτοια εκπροσώπηση προβλέπεται, στην προκειμένη περίπτωση υπάρχει μια σύγκλιση του ρόλου του Προέδρου με αυτόν του Πρωθυπουργού - ας μη χρησιμοποιήσω πιο άκομψους όρους, όπως "αναπλήρωση" ή "υποκατάσταση". Ο Πρόεδρος υποχρεώθηκε για λίγο,  να κάνει κάτι περισσότερο από το να προεδρεύσει απλώς κι αυτό νομίζω ότι είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει. Είναι μεν συγκυριακό, αλλά να που οι συγκυρίες μπορεί να επιφυλάξουν στον Πρόεδρο και έναν κάπως πιο σύνθετο ρόλο από αυτόν του τυπικού διαβιβαστή εντολών σχηματισμού κυβέρνησης. 

Μέσα σε αυτά τα πολιτικά συμφραζόμενα, μπορούμε νομίζω σταδιακά να υποδεχθούμε το τέλος της φιλολογίας περί "πρωθυπουργοκεντρικού" συστήματος. Σε συνθήκες πολυκομματικής κυβέρνησης, ο ρόλος του Πρωθυπουργού είναι που γίνεται συντονιστικός, ενώ, αντίθετα, ο ρόλος του Προέδρου κάποτε μπορεί να αποδεικνύεται και ως πιο πολιτικός απ' όσο τον έχουμε συνηθίσει. Δεν νομίζω ότι πρόκειται πλέον για πολλά "μεμονωμένα περιστατικά", αλλά για μια σταδιακή μετάβαση, η οποία μπορεί κάποια στιγμή να "συναντηθεί" και με ένα παλαιότερο φιλελεύθερο συνταγματικό αίτημα για μια πιο κάθετη διάκριση των λειτουργιών. Σε ένα προεδρικό σύστημα, στο οποίο η κυβέρνηση δεν μετέχει αποφασιστικά στο νομοθετικό έργο,  η αντιπροσώπευση τοποθετείται σε πιο ξεκάθαρες διαστάσεις, αφού το εκλογικό σώμα καλείται να αναδείξει με διακριτό τρόπο την στελέχωση των δύο αιρετών κρατικών λειτουργιών. Με το ισχύον Σύνταγμα, όσο κι αν το πολίτευμα συγκυριακά "προεδροποιείται", το αίτημα αυτό δεν μπορεί να ικανοποιηθεί. Ιδίως όταν ο Πρόεδρος, παρά την εξάντληση των ρυθμιστικών του αρμοδιοτήτων, αποφεύγει πεισματικά - κατά την πάγια μεταπολιτευτική παράδοση - να ασκήσει την πιο σοβαρή και πιο ουσιαστική απ' όλες τις εξουσίες του: την αναπομπή αντισυνταγματικού νομοσχεδίου στη Βουλή. Ακόμη κι όταν η αντισυνταγματικότητα τεκμηριώνεται σε εύθετο χρόνο από ανεξάρτητες αρχές (συνέβη το καλοκαίρι του 2009 με το νομοσχέδιο για τις κάμερες και την λήψη του DNA). 

Μια συζήτηση για το ενδεχόμενο μετάβασης σε ένα προεδρικό σύστημα, όμως, δεν θα πρέπει να επιβαρύνεται από τους συνειρμούς που προκαλούν τα πρόσωπα που ήδη θητεύουν στα αντίστοιχα αξιώματα. Αντίθετα, θα πρέπει να είναι προσανατολισμένη στις ανάγκες της κοινωνίας και στην αξιολόγηση της αντοχής του υπάρχοντος συστήματος, σε σχέση με τα ωφέλη που θα αποκομίζονταν από τέτοιες θεμελιώδεις θεσμικές ανακατατάξεις. 

Παρασκευή, Ιουνίου 22, 2012

Οι πολίτες - ελεγκτές



 “Θα σας ταράξουμε στη νομιμότητα
Ηλίας Ηλιού
βουλευτής, δικηγόρος, πρόεδρος της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς 

  
Ολοένα και συχνότερα ακούγεται ως τάση η πολιτική ανυπακοή και το δικαίωμα αντίστασης απέναντι στην βίαιη κατάλυση των δημοκρατικών ελευθεριών. Τα κινήματα και η μαχητικότητα, όμως, συχνά εξαντλούνται στην συμβολική απονομιμοποίηση των πολιτικών αποφάσεων, αποφάσεων που, δυστυχώς, όσες διαδηλώσεις κι αν γίνονται, εξακολουθούν να “περνούν” και να εφαρμόζονται εις βάρος όλων μας. Γιατί τα κέντρα αποφάσεων είναι μακριά από τα σημεία των κοινωνικών αγώνων και ξέρουν καλά να καταστέλλουν με τη βία κάθε διαφορετική φωνή. Ο πολίτης σήμερα, έχει όμως κι άλλες δυνατότητες, πέραν του να διατρανώνει φραστικά την αντίθεσή του. 

Όσο κι αν μας απογοητεύει η Ελληνική Δικαιοσύνη, με τις μεγάλες χρονικές καθυστερήσεις, το απαγορευτικό συχνά κόστος και τις άδικες αποφάσεις, παραμένει εκεί, ικανή μερικές φορές να γράψει ιστορία, όπως έκανε το Συμβούλιο της Επικρατειας επί χούντας, δημιουργώντας ένα νέο τότε συνταγματικό δικαίωμα: την υποχρέωση της Διοίκησης να ακούσει τον πολίτη πριν λάβει την απόφασή της. Όταν είχαν απολυθεί δικαστές από το καθεστώς και ζήτησαν την ακύρωση των απολύσεων από το ΣτΕ, αυτό έκρινε ότι οι απολύσεις ήταν παράνομες, επειδή είχαν κηρυχθεί  χωρίς προηγούμενη “ακρόαση” των δικαστών. (Μετά βέβαια από αυτό, η χούντα “ξήλωσε” όλους σχεδόν τους Συμβούλους του ανώτατου δικαστηρίου). Οι ατομικές διοικητικές πράξεις που λαμβάνονται χωρίς να έχει προηγουμένως ο πολίτης κληθεί να εκθέσει τις απόψεις του, είναι ακυρωτέες από την Δικαιοσύνη. Αρκεί βέβαια ο θιγόμενος να “κυνηγήσει” το θέμα, να μην επαναπαυτεί σε μια καταγγελία σε blogs ή σε μέσα ενημέρωσης. Μια άλλη δυνατότητα που μπορεί να κάνει την Διοίκηση να “ιδρώσει”, είναι το δικαίωμα της “αναφοράς” και της πρόσβασης στα έγγραφα: όταν ο πολίτης απευθύνεται σε μια υπηρεσία, αυτή έχει την υποχρέωση να απαντήσει αιτιολογημένα κι όταν αυτός ζητάει αντίγραφα εγγράφων, οι υπηρεσίες έχουν υποχρέωση να του τα δώσουν. Αν δεν τηρηθούν οι νόμιμες προθεσμίες που προβλέπονται για αυτές τις ενέργειες του κράτους, ο πολίτης μπορεί να αποζημιωθεί, προσφεύγοντας σε ειδική επιτροπή του Υπουργείου Εσωτερικών.  

Αν αυτά ακούγονται πολύ θεωρητικά, είναι γιατί δεν τα έχουμε ενσωματώσει στην καθημερινότητά μας. Είναι και γιατί δεν τα ξέρουμε. Τα δικαιώματα θα έπρεπε να διδάσκονται παντού, όχι μόνο στις νομικές σχολές. Είναι πολύ πιο χρήσιμα για έναν σύγχρονο πολίτη, από ό,τι λ.χ. η γεωμετρία και η φυσική. Αλλά το “σύστημα” προτιμά να μας έχει δέσμιους ενός νέου είδους “καναπέ”, μιας αδιέξοδης καταγγελίας που δεν οδηγεί σε λύσεις και ανατροπές. Το ίδιο το “σύστημα” έχει προβλέψει πάντως δυνατότητες ακύρωσης των άδικων αποφάσεών του, επαναπαυόμενο ίσως στο ότι οι πολίτες δεν θα τις ασκήσουν ποτέ. Οι πολίτες όμως στη σύγχρονη δημοκρατία (“τυπική”, “ατελή” ή όπως αλλιώς θέλετε πείτε την), έχουν πολύ περισσότερα δικαιώματα για να ελέγξουν το κράτος και την κάθε ασύδοτη εξουσία, από κάθε άλλη εποχή. Ο Συνήγορος του Πολίτη είναι μια ανεξάρτητη αρχή που -όσο κι αν μας απογοητεύει με τις χλιαρές επεμβάσεις της- έχει επιτελέσει πολύτιμο ελεγκτικό έργο που βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στο input που έχει από τους πολίτες. Η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, επίσης, είναι ένας θεσμός που μπορεί να απαγορεύσει αθέμιτες πρακτικές που βάλλουν εναντίον των προσωπικών πληροφοριών. Δεν την ρωτάει το κράτος πάντα, όταν παίρνει τέτοιες αποφάσεις: αξίζει τότε να πάμε εμείς εκεί και να τους θέσουμε υπόψη αυτή την περιφρόνηση, η οποία είναι παράνομη! Ο Συνήγορος του Καταναλωτή, η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, οι Συμπαραστάτες του Δημότη – σε όσες πόλεις έχουν εκλεγεί- είναι νέες δυνατότητες μέσα από τις οποίες ο πολίτης μπορεί να ασκήσει μια νέα διαρκή ελεγκτική λειτουργία που ξεφεύγει από το κλασικό “τιμωρητικό”, αλλά στιγμιαίο, εκλογικό δικαίωμα. Όσο κι αν το εργατικό δίκαιο παραμένει γενικά ανεφάρμοστο στην πράξη, αφού ο εργαζόμενος δύσκολα θα τα “βάλει” με τον εργοδότη, η Επιθεώρηση Εργασίας βρίσκεται πάντοτε εκεί, έτοιμη να μεσολαβήσει για μια ήπια επίλυση ή και, ορισμένες φορές, με επιβολή προστίμων. Όσο κι αν οι θεσμοί έχουν διαβρωθεί, δεν έχουμε κανένα λόγο να μην περάσουμε κι από αυτούς, να κυνηγήσουμε τα δικαιώματά μας, να τους ταρακουνήσουμε για να αναγκαστούν να επιβεβαιώσουν και τον λόγο της ύπαρξής τους. 

Αν ένα άτομο δεν δικαιωθεί μέσα από τις δυνατότητες των ελληνικών θεσμών, μπορεί να προσφύγει, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Μπορούμε να κατηγορήσουμε την Ευρώπη για πάρα πολλά, σίγουρα όμως όχι για τα νέα δικαιώματα που μας έχει δώσει, όσο κι αν για πολλές κοινωνικές ομάδες αυτά είναι θεωρητικά, γιατί δεν έχουν την οικονομική, ηλικιακή, γλωσσική ή άλλη δυνατότητα να τα ασκήσουν. Εδώ υπεισέρχεται ο ρόλος των ανθρωπιστικών οργανώσεων και, γενικότερα, της κοινωνίας των πολιτών. Υπάρχουν σήμερα στην Ελλάδα  σύλλογοι πολιτών που δραστηριοποιούνται σε αυτόν τον τομέα και εκπροσωπούν ευπαθείς κοινωνικές ομάδες, ασκώντας προσφυγές σε  ελεγκτικούς θεσμούς, κρατικούς και διακρατικούς. Για τα κοινωνικά δικαιώματα (εργασία, εκπαίδευση, στέγαση, οικογένεια, περιβάλλον) υπάρχει η  Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, στην οποία μπορούν να προσφύγουν αντιπροσωπευτικοί σύλλογοι και να αξιώσουν την καταδίκη του κράτους για παραβίαση. Είναι ίσως από τους λιγότερο γνωστούς ευρωπαϊκούς θεσμούς, κι όμως, έχει ήδη καταδικάσει την Ελλάδα για παραβίαση κοινωνικών δικαιωμάτων και υπάρχουν ακόμη εκκρεμείς προσφυγές εναντίον της χώρας.

Χωρίς να παίζουμε το ρόλο του εισαγγελέα, δεν αξίζει να αφήσουμε αυτές τις δυνατότητες αναξιοποίητες. Ένας ολοκληρωμένος αγώνας κατά των κοινωνικών αδικιών δεν ξεκινάει και καταλήγει στην φραστική καταγγελία και την διαμαρτυρία: πρέπει να περνάει και μέσα από τις θεσμικές δυνατότητες που το ίδιο το σύστημα ευελπιστεί ότι θα περιφρονήσουμε. Με κόστος, καθυστερήσεις, αδικίες, άκαμπτες πολλές φορές συμπεριφορές των δημόσιων λειτουργών, με αβέβαιο αποτέλεσμα, αλλά πάντα με την ελπίδα ότι κάτι μπορεί να αλλάξει. Ο πολίτης που μπορεί στοιχειωδώς να ασκήσει τα δικαιώματα αυτά, θα έλεγα ότι έχει πια ένα καθήκον να ενεργοποιήσει αυτούς τους μηχανισμούς. Δεν πρόκειται για την παλιά αντικοινωνική δικομανία, του “αγανακτισμένου” γείτονα που έφερνε τον αστυνόμο όταν ανέβαζες λίγο πιο δυνατά τη μουσική, ούτε βέβαια για την εκδικητική πολιτική δίωξη των έκτακτων στρατοδικείων άλλων εποχών. Πρόκειται για άσκηση δικαιωμάτων που οδηγεί κάποτε σε – εκ των υστέρων- συμμετοχή στην διαμόρφωση των αποφάσεων που μας αφορούν όλους ή και στην ανατροπή τους. Δεν θα πετύχουμε πάντα, το σύστημα έχει γερές εσωτερικές αντιστάσεις. Αλλά δεν θα “πέσουμε” και αμαχητί. 

Έχοντας πάρει μέρος πολλές φορές ως δικηγόρος σε τέτοιες συλλογικές πρωτοβουλίες, κυρίως σε δικαστήρια και κυρίως με υποθέσεις που αφορούν τον ρατσισμό, πρέπει να πω ότι πάντα ξεκινώ απαισιόδοξος κι όμως, τις περισσότερες φορές, στο τέλος πάντα “κάτι κινείται”. Θυμώνω με τη συντηρητική στροφή που έχει πάρει τα τελευταία χρόνια το Συμβούλιο Επικρατείας, όπως και με το σταθερά μισαλλόδοξο  Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, αλλά δεν θα τα “χαρίσω” σε κανέναν. Είναι θεσμοί που δημιουργήθηκαν για να παρέχουν υπηρεσίες σε εμάς τους πολίτες και αυτές τις υπηρεσίες θα τις διεκδικήσω, όσο μπορώ. Kαι κανένας δημοκρατικός πολίτης δεν μπορεί να μη χαρεί με την πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας που, μεσούσης της προεκλογικής περιόδου, ανέστειλε την απόφαση της διακομματικής επιτροπής με την οποία αποκλείονταν από τον τηλεοπτικο χρόνο τα “μικρά” κόμματα, δίνοντας προθεσμία στη Διοίκηση να εκδώσει σε 48 ώρες νέα απόφαση που να διασφαλίζει την πολυφωνία. 

Είναι δουλειά μυρμηγκιού και για γερά νεύρα, αλλά μερικές φορές, μέσα από τέτοιες κινήσεις, οι πολίτες-ελεγκτές μπορεί να πετύχουν πολύ περισσότερα κι από την πιο μεγαλειώδη διαδήλωση. Γι' αυτό, ας μην δαιμονοποιούμε την “νομιμότητα”, όταν αυτή αποτελεί ένα γενικό κριτήριο με το οποίο μπορεί να ελεγχθεί η εξουσία, με τα ίδια της τα “όπλα”. 


Το κείμενο γράφτηκε για το περιοδικό UNFOLLOW, τεύχος #6. 

Δευτέρα, Ιουνίου 18, 2012

Η Εθνική Πινακοθήκη επιχειρεί φίμωση υπαλλήλου λόγω facebook


Πρωτοφανής πειθαρχική δίωξη εναντίον επιμελήτριας με 28χρονη υπηρεσία κινήθηκε με ομόφωνη απόφαση  του διοικητικού συμβουλίου της Εθνικής Πινακοθήκης την περασμένη εβδομάδα. Ως πρόσχημα φέρονται τα σχόλια που έκανε η επιμελήτρια τον Ιανουάριο του 2012, στον προσωπικό της λογαριασμό στο Facebook, αμέσως μετά τη διάρρηξη της Εθνικής Πινακοθήκης και την κλοπή 3 έργων τέχνης ανυπολόγιστης αξίας (ανάμεσα στα οποία και το "Κεφάλι γυναίκας" του Πάμπλο Πικάσσο).

Η κίνηση της πειθαρχικής διαδικασίας ήρθε ως αποτέλεσμα των πρόσφατων εναγώνιων αιτήσεων της επιμελήτριας, η οποία είναι Γραμματέας του Συλλόγου Εργαζομένων της Εθνικής Πινακοθήκης, για ενημέρωση από τη διοίκηση  σχετικά με την τήρηση υποχρεώσεων που αφορούν την ασφάλεια. Ως απάντηση σε αυτές, δόθηκε αρχικά η εξαγγελία του προέδρου της Πινακοθήκης για έλεγχο εναντίον της αιτούσας και, τελικά, η παραπομπή της  στο πειθαρχικό του Υπουργείου Πολιτισμού, όπου η επιμελήτρια αντιμετωπίζει ακόμη και το ενδεχόμενο της απόλυσης. Τα φερόμενα παραπτώματα: αναξιοπρεπής συμπεριφορά, παραβίαση εχεμύθειας, χρήση υπηρεσιακών πληροφοριών για ιδιωτικό συμφέρον, χρήση "απρεπών εκφράσεων".


Η επιμελήτρια αρνείται ότι η κριτική που άσκησε είχε τα παραπάνω στοιχεία και καταγγέλλει την αθέμιτη παρέμβαση στο απόρρητο των επικοινωνιών της, καθώς και την απόπειρα της διοίκησης να καταπνίξει την ελεύθερη έκφραση ενός ανθρώπου που έχει αφιερώσει τη ζωή του στην Εθνική Πινακοθήκη. Παράλληλα, επισημαίνει ότι η απόφαση εκδόθηκε από όργανο με κακή σύνθεση, χωρίς προηγούμενη ακρόασή της, κατά παράβαση της αρχής της αμεροληψίας και ζητά την άμεση αρχειοθέτησή της, ενώ επιφυλάσσεται να προσφύγει στα θεσμικά όργανα και στη Δικαιοσύνη για την πλήρη δικαίωσή της.

Τετάρτη, Ιουνίου 13, 2012

Νηπιαγωγείο για όλα τα παιδιά

Διαβάζουμε απίθανες δηλώσεις από πολιτικούς που θέλουν να κυβερνήσουν την χώρα. Ότι θα διώξoυν τα παιδιά των αλλοδαπών από τα νηπιαγωγεία.

Η πρόσβαση στις εκπαιδευτικές υποδομές της χώρας αποτελεί ανθρώπινο δικαίωμα, το οποίο το κράτος πρέπει να διασφαλίζει για καθέναν κι όχι μόνο για όσους φέρουν την Ελληνική ιθαγένεια. Αυτή είναι εξάλλου και η έννοια του ανθρώπινου δικαιώματος: φορέας του είναι κάθε άτομο κι όχι μόνο οι πολίτες μιας χώρας. Στην ενάσκηση αυτού του δικαιώματος δεν υπάρχει "προτεραιότητα" με βάση την εθνικότητα του ατόμου. 

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το οποίο Πρωτόκολλο έχει υπογράψει και κυρώσει η Ελλάδα και συνεπώς κατισχύει κάθε άλλης διάταξης νόμου,

"Ουδείς δύναται να στερηθή του δικαιώματος όπως εκπαιδευθή."

To 2008 η Ελλάδα καταδικάσθηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για παραβίαση του δικαιώματος στην εκπαίδευση. Πρόκειται για την απόφαση στην υπόθεση Σαμπάνης κλπ κατά Ελλάδας , η οποία αφορούσε παρεμπόδιση των παιδιών των Ρομά να εγγραφούν στο σχολείο του Ασπρόπυργου. Στις 21 Σεπτεμβρίου 2004 οι προσφεύγοντες Ρομά πήγαν με τα παιδιά τους για να τα εγγράψουν στο δημοτικό. Οι διευθυντές των σχολείων φέρονται ότι αρνήθηκαν. Στις 12 Σεπτεμβρίου 2005 οι γονείς Ρομά πήγαν πάλι με τα παιδιά τους, αλλά στην είσοδο του σχολείου:

 "είχαν συγκεντρωθεί πολλοί μη Ρομά γονείς, οι περισσότεροι ποντιακής καταγωγής, δηλαδή από την περιοχή του Ευξείνου Πόντου στις νότιες αρκτές της Μαύρης Θάλασσας, οι οποίοι επιτέθηκαν φραστικά στους Ρομά φωνάζοντας "Κανένα παιδί από εσάς δεν θα μπει στο σχολείο. Δεν πρόκειται να μπείτε στο σχολείο, τελείωσε". Στη συνέχεια, οι μη Ρομά γονείς απέκλεισαν την είσοδο του σχολείου, έως ότου τα παιδιά Ρομά μεταφερθούν σε άλλο κτίριο."

Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου περιγράφει τις προσπάθειες των Ρομά να εγγράψουν τα παιδιά τους στο σχολείο και την αντιμετώπιση, τελικά, του θέματος από το κράτος με την δημιουργία ενός σχολείου - γκέτο, ειδικό για Ρομά! Όπως ήταν αναμενόμενο, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο καταδίκασε την Ελλάδα για παραβίαση του δικαιώματος των Ρομά στην εκπαίδευση, σε συνδυασμό με την επιβολή αθέμιτης διάκρισης λόγω της εθνοτική τους καταγωγής και σε συνδυασμό με την παραβίαση του δικαιώματός τους για αποτελεσματικό ένδικο μέσο. Επιδίκασε αποζημίωση 6.000 ευρώ σε κάθε προσφεύγοντα (είχαν προσφύγει 11 άτομα) και 2.000 ευρώ για τα συνολικά δικαστικά έξοδα στην υπόθεση. Δηλαδή η υπόθεση αυτή, εκτός από τον διεθνή διασυρμό της χώρας, κόστισε και 68.000 ευρώ αποζημίωση που κατέβαλε το Ελληνικό Δημόσιο. 

Εκτός όμως από το Πρωτόκολλο της ΕΣΔΑ, η υποχρέωση παροχής δυνατότητας εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες ανεξάρτητα από την εθνική καταγωγή του ατόμου κατοχυρώνεται και σε δύο άλλες διεθνείς συνθήκες που έχει υπογράψει και κυρώσει με νόμο η χώρα: το Διεθνές Σύμφωνο για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα, αλλά και την Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού. Εξάλλου, κατά το άρθρο 4 του Ν.3304/2005, η απαγόρευση των διακρίσεων λόγω εθνικής ή φυλετικής καταγωγής αφορά και τον τομέα της εκπαίδευσης, κατ' εναρμόνιση προς τις σχετικές κοινοτικές οδηγίες. 

Είναι προφανές ότι οποιαδήποτε διάκριση με τα ανωτέρω κριτήρια όσον αφορά την πρόσβαση των παιδιών στα νηπιαγωγεία, είναι νομικά απορριπτέα και θα οδηγήσει την χώρα σε νέες περιπέτειες στα διεθνή δικαστικά fora. 


Δευτέρα, Ιουνίου 11, 2012

Παράνομη προεκλογική αφισοκόλληση

Το φαινόμενο της παράνομης προεκλογικής αφισοκόλλησης στους δρόμους της Αθήνας είναι απαράδεκτο και αποτελεί μια βίαιη κατάργηση του ελεύθερου δημόσιου χώρου, αλλά και επίθεση στο δικαίωμα του πολίτη για ανεμπόδιστη πρόσβαση σε αυτόν. 

Μπορεί εκ πρώτης όψεως να ακούγεται ως ένα αίτημα αισθητικής, αλλά στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα αίτημα που αφορά την ανεμπόδιστη χρήση του κοινόχρηστου χώρου και την οδική ασφάλεια: ο Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας, στο άρθρο 11, απαγορεύει κάθε περίπτωση τοποθέτησης τέτοιων αναρτήσεων εφόσον είναι ορατές από οδηγούς, εφόσον μπορούν να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στους χρήστες των δρόμων (άρα και τους πεζούς), εφόσον είναι αναρτημένες σε στήλους της Δ.Ε.Η. Παραθέτω το σχετικό άρθρο του Κ.Ο.Κ.:


Άρθρo 11
Eπιγραφές - Διαφημίσεις
1. Απαγορεύεται κάθε διαφήμιση που πραγματοποιείται με οποιονδήποτε τρόπο και μέσο, στα εκτός κατοικημένης περιοχής τμήματα των χαρακτηρισμένων εθνικών και επαρχιακών οδών ή αυτοκινητοδρόμων και σε ζώνη μέχρι εκατόν πενήντα (150) μέτρων και από τις δύο πλευρές του άξονα των οδών αυτών και είναι ορατή από τους χρήστες των οδών. Η παραπάνω ζώνη απαγόρευσης περιορίζεται στα σαράντα (40) μέτρα και από τις δύο πλευρές του άξονα των ανωτέρω τμημάτων εθνικών και επαρχιακών οδών ή αυτοκινητοδρόμων, που διέρχονται μέσα από κατοικημένη περιοχή, αν το επιτρεπόμενο όριο ταχύτητος στα τμήματα αυτά είναι ανώτερο των 70 Km/h. Σε κλάδους ανισόπεδων κόμβων αυτοκινητοδρόμων και στις περιοχές των σταθμών διοδίων ισχύει η απόσταση των 150 μέτρων από τις δύο πλευρές του άξονα της κατεύθυνσης, ανεξαρτήτως ορίου ταχύτητας.
2. Απαγορεύεται γενικά η τοποθέτηση επιγραφών ή διαφημίσεων ή η εγκατάσταση οποιασδήποτε πινακίδας, αφίσας, διαγράμμισης ή συσκευής, σε θέση ή κατά τρόπο που μπορεί να έχει οποιεσδήποτε αρνητικές επιπτώσεις στους χρήστες της οδού ή να επηρεάσει με οιονδήποτε τρόπο την κυκλοφορία. Ιδίως απαγορεύεται η τοποθέτηση ή εγκατάσταση των ανωτέρω σε τέτοιες θέσεις, ώστε να παρεμποδίζεται η θέα των πινακίδων κατακόρυφης σήμανσης ή φωτεινών σηματοδοτών ή να δημιουργείται σύγχυση με πινακίδες σήμανσης ή με κυκλοφοριακή διαγράμμιση ή με άλλη συσκευή ρύθμισης της κυκλοφορίας ή να τις καταστήσει λιγότερο ορατές ή αποτελεσματικές ή να προκαλέσει θάμβωση στους χρήστες της οδού και γενικά να αποσπάσουν την προσοχή τους κατά τρόπο που μπορεί να έχει δυσμενή επίδραση στην οδική ασφάλεια γενικά.
3. Σε οδούς, στις οποίες είναι εγκατεστημένοι φωτεινοί σηματοδότες ρύθμισης της κυκλοφορίας, απαγορεύεται η τοποθέτηση έγχρωμων φωτεινών διαφημίσεων ή πινακίδων ή αναγραφών με χρώματα που χρησιμοποιούνται στη φωτεινή σηματοδότηση, σε απόσταση εκατέρωθεν και ύψος μικρότερο των είκοσι (20) μέτρων από κάθε φανό σηματοδότησης.
[...]
5. Η τοποθέτηση διαφημιστικών πλαισίων και διαφημίσεων στα στέγαστρα στάσεων αστικών και υπεραστικών συγκοινωνιών επιτρέπεται μόνο στην πλευρά που βρίσκεται στο αντίθετο προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας άκρο του στεγάστρου. 
6. Απαγορεύονται επί οχημάτων οι φωτεινές ή φωτιζόμενες διαφημίσεις, οι διαφημίσεις για τις οποίες χρησιμοποιούνται αντανακλαστικά στοιχεία, καθώς και οι διαφημίσεις με εναλλασσόμενα μηνύματα.
7. Απαγορεύεται κάθε διαφήμιση εκτός των καθορισμένων πλαισίων ή οποιαδήποτε αναγραφή λέξεων, εικόνων ή συμβόλων σε στύλους ηλεκτροφωτισμού ή φωτεινών σηματοδοτών, σε διαχωριστικές νησίδες ή νησίδες ασφαλείας σε πεζοδρόμια, σε επιφάνειες τεχνικών έργων, οδοποιίας, είτε αυτή γίνεται απευθείας στις επιφάνειες αυτές είτε σε επιφάνειες μέσων εξαρτώμενων από τα τεχνικά έργα.
 8. Διαφημίσεις, επιγραφές, πινακίδες, αφίσες, διαγραμμίσεις ή συσκευές που τοποθετούνται κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου αυτού, αφαιρούνται ή εξαλείφονται ή, εφόσον είναι φωτεινές, τίθενται εκτός λειτουργίας, κατά τη διαδικασία που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 18 του ν. 2130/1993. Σε περίπτωση που τα αρμόδια όργανα της Γενικής Γραμματείας Δημόσιων Έργων ή της Περιφέρειας διαπιστώσουν την παράλειψη τήρησης των υποχρεώσεων του προηγούμενου εδαφίου από τους προς τούτο υπόχρεους, δύνανται να τους καλούν προς εκτέλεση των αναγκαίων ενεργειών, τάσσοντάς τους σχετική προθεσμία ενέργειας. Αν η προθεσμία παρέλθει άπρακτη, τα αρμόδια όργανα της Γενικής Γραμματείας Δημόσιων Έργων ή της Περιφέρειας δύνανται να προβούν σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες καθ’ υποκατάσταση των οργανισμών αυτοδιοίκησης. Η υποκατάσταση αυτή περιλαμβάνει κάθε πρόσφορη ενέργεια για την αφαίρεση, εξάλειψη ή θέση εκτός λειτουργίας των διαφημίσεων και επιγραφών από οποιονδήποτε χώρο της οδού, ανεξάρτητα από το φορέα που τη συντηρεί. Η σχετική δαπάνη βαρύνει τους οργανισμούς αυτοδιοίκησης και εγγράφεται στον προϋπολογισμό τους ως υποχρεωτική δαπάνη, βάσει των σχετικών διατάξεων του Κώδικα. Σε κάθε περίπτωση η υπηρεσία που προβαίνει στην αφαίρεση, εξάλειψη ή θέση εκτός λειτουργίας παράνομων επιγραφών ή διαφημίσεων, καθώς και οι οργανισμοί αυτοδιοίκησης στον προϋπολογισμό των οποίων εγγράφεται υποχρεωτική δαπάνη για σχετικές ενέργειες που έγιναν καθ’ υποκατάστασή τους, δύναται να καταλογίζει τη σχετική δαπάνη σε βάρος των διαφημιστών ή των διαφημιζομένων, η είσπραξη της οποίας γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις για την είσπραξη των δημοσίων εσόδων. Οι ανωτέρω υπηρεσίες δεν φέρουν καμία ευθύνη για τυχόν ζημιές κατά την αποξή-
λωση, καθώς και για τη φύλαξη και την απόδοση των σχετικών υλικών στους διαφημιστές ή τους διαφημιζόμενους.
9. Αυτός που επικολλά ή αναρτά έντυπα ή διενεργεί γενικά διαφημιστικές πράξεις και παραβαίνει τις διατάξεις του άρθρου αυτού, καθώς και ο διαφημιζόμενος ή ο διαφημιστής, τιμωρούνται με χρηματική ποινή έως χίλια πεντακόσια (1.500,00) ευρώ και αν γίνει χρήση ανεξίτηλων ουσιών έως δέκα χιλιάδες (10.000,00) ευρώ. Οι πρόεδροι διοικητικών συμβουλίων, οι εντεταλμένοι ή διευθύνοντες σύμβουλοι Α.Ε., οι διαχειριστές Ε.Π.Ε., καθώς και τα πρόσωπα που ασκούν τη διοίκηση ή τη διαχείριση άλλων νομικών προσώπων του Δημοσίου ή των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) ή του ιδιωτικού τομέα που αναθέτουν διαφημιστικές πράξεις κατά παράβαση του άρθρου αυτού, τιμωρούνται σαν αυτουργοί, ανεξάρτητα από την τυχόν ποινική ευθύνη άλλου φυσικού προσώπου.
10. Οι ποινές της προηγούμενης παραγράφου επιβάλλονται εφόσον δεν προβλέπονται ποινές αυστηρότερες από άλλες διατάξεις.


Ειδικά για την αφισοκόλληση κατά την  προεκλογική περίοδο, υπάρχει και  η σχετική διάταξη του εκλογικού νόμου, δηλαδή το άρθρο 44 του π.δ. 26/2012. Ο εκλογικός νόμος δεν καταργεί τα παραπάνω, αλλά απλώς αναγνωρίζει την εξουσία των αρμόδιων οργάνων που θα αποφασίσουν την νόμιμη χωροθέτηση της υπαίθριας προβολής πολιτικών μηνυμάτων, προφανώς με την επιφύλαξη της εφαρμογής του άρθρου 11 του ΚΟΚ: 

"Άρθρο 44
(Άρθρο 44 Π.Δ. 96/2007)
Χώροι υπαίθριας προβολής πολιτικών μηνυμάτων


1. Οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης α' βαθμού καθορίζουν με απόφασή τους, που εκδίδεται μέσα σε ένα (1) μήνα από τον, κατά την παρ. 1 του άρθρου 3 του ν.2946/2001 (ΦΕΚ 224 Α΄), καθορισμό χώρων για υπαίθρια διαφήμιση, ειδικότερους χώρους για την προβολή μηνυμάτων από τα πολιτικά κόμματα, τις μαθητικές, φοιτητικές, συνδικαλιστικές και συνεταιριστικές οργανώσεις, καθώς και τις ενώσεις προσώπων που δεν επιδιώκουν κερδοσκοπικούς σκοπούς, και σε ποσοστό που δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το δέκα τοις εκατό (10%) της συνολικής επιφάνειας των χώρων, που έχουν καθοριστεί, νομίμως, για προβολή υπαίθριας διαφήμισης στον οικείο Ο.Τ.Α.. Με όμοια απόφαση του δημοτικού συμβουλίου καθορίζεται η διαδικασία και οι προϋποθέσεις χρήσεως των ανωτέρω χώρων. 


2. Η διάθεση των χώρων της παραγράφου 1 γίνεται αναλογικά και επί ίσοις όροις, για τη χρήση τους δεν απαιτείται άδεια από οποιαδήποτε αρχή και δεν καταβάλλεται στον οικείο Ο.Τ.Α. τέλος διαφήμισης  ή  αποζημίωση χρήσης. 


3. Κατά την περίοδο βουλευτικών, περιφερειακών και δημοτικών εκλογών, ευρωεκλογών ή δημοψηφίσματος, τα δημοτικά συμβούλια υποχρεούνται, μέσα σε προθεσμία τεσσάρων (4) ημερών από την προκήρυξη των βουλευτικών εκλογών ή του δημοψηφίσματος ή τριάντα (30) ημερών πριν από τη διεξαγωγή των περιφερειακών και δημοτικών εκλογών, να διαθέτουν με απόφασή τους στα κόμματα, στους συνασπισμούς και συνδυασμούς υποψηφίων για την προεκλογική προβολή τους, όλους τους χώρους,   που καθορίστηκαν, σύμφωνα με  την    παρ. 1  του ΑΔΑ: Β44ΑΝ-ΠΥΣ άρθρου 3    του    ν.2946/2001     (ΦΕΚ 224 Α΄), για την προβολή υπαίθριας διαφήμισης στον οικείο Ο.Τ.Α.. Στην περίπτωση αυτή αναστέλλεται η ισχύς των συμβάσεων μισθώσεως τωνχώρων αυτών και μειώνεται ανάλογα το μίσθωμα. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών που εκδίδεται κάθε δύο χρόνια και μέσα στο μήνα Ιανουάριο, καθορίζεται ο τρόπος χρήσης των χώρων αυτών και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια. Εντός οκτώ (8) ημερών από τη διεξαγωγή των εκλογών τα κόμματα, οι συνασπισμοί και οι συνδυασμοί υποχρεούνται, με δαπάνη τους, να αποκαταστήσουν τα πράγματα στην προηγούμενη κατάσταση


4. Αν το δημοτικό συμβούλιο δεν διαθέτει, μέσα στην προθεσμία της προηγούμενης παραγράφου, τους ανωτέρω χώρους, αυτοί διατίθενται με απόφαση του οικείου Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης, που εκδίδεται υποχρεωτικώς εντός τριών ημερών από την πάροδο των ανωτέρω προθεσμιών και επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 118 του παρόντος.


5. Η διάθεση των χώρων της παραγράφου 3 γίνεται αναλογικά και επί ίσοις όροις. Σε περίπτωση προηγούμενης γραπτής συμφωνίας πολιτικών κομμάτων, που συγκροτούν, σύμφωνα με τον Κανονισμό της Βουλής, κοινοβουλευτική ομάδα, ή των συνδυασμών υποψηφίων για τις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές, αυτή είναι υποχρεωτική για τα δημοτικά συμβούλια και τον Γενικό Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Για τη χρήση των ανωτέρω χώρων δεν απαιτείται άδεια και δεν καταβάλλεται στον οικείο Ο.Τ.Α. τέλος διαφήμισης ή αποζημίωση χρήσης."


Όπως είναι αυτονόητο, οι αποφάσεις των δημοτικών συμβουλίων που καθορίζουν χώρους υπαίθριας προβολής των κομμάτων δεν επιτρέπεται να παραβιάζουν το άρθρο 11 του Κ.Ο.Κ., αλλά αντιθέτως να το εφαρμόζουν και να απαγορεύουν την ανάρτηση αφισών σε στήλους ηλεκτροδότησης που βρίσκονται σε δρόμους κλπ. 

Η εικόνα των κεντρικών δρόμων της Αθήνας, όμως, δεν δείχνει μια πιστή τήρηση των παραπάνω νομοθετικών υποχρεώσεων. Τα πολιτικά κόμματα που έχουν προβεί σε αυτές τις υπερβάσεις δεν θα υποστούν καμία συνέπεια, ως συνήθως. Την συνέπεια την υφίστανται καθημερινά όσοι και όσες ζουν, εργάζονται και κινούνται στην πόλη, έναντι των οποίων ο νόμος εφαρμόζεται κανονικά. 


Κυριακή, Ιουνίου 10, 2012

Προσαγωγή συντελεστών θεατρικής παράστασης

Όπως έγινε γνωστό χθες, ένας θίασος ηθοποιών οδηγήθηκε σε αστυνομικό τμήμα για τη συμμετοχή τους σε μια θεατρική παράσταση το περιεχόμενο της οποίας είχε προκαλέσει την αντίδραση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου. Η Δ.Ι.Σ. δεν περιορίστηκε στην προειδοποίηση των πιστών σχετικά με το περιεχόμενο του έργου, αλλά προχώρησε και σε υποβολή μήνυσης εναντίον των "υπευθύνων", με επίκληση των ποινικών διατάξεων για βλασφημία και καθύβριση θρησκεύματος. Ενημέρωση 11.6.2012: Με σημερινή ανακοίνωσή της, η Δ.Ι.Σ. διαψεύδει ότι υπέβαλε την εν λόγω μήνυση ή ότι έδωσε εντολή προς τούτο, αλλά εμένει στα περί βλάσφημου έργου (βλ. εδώ). 

Πρέπει πρώτα να διαχωρίσουμε αυτές τις διατάξεις από εκείνες που ισχύουν για την προστασία της ίσης μεταχείρισης ατόμων, ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις. Υπάρχει η νομοθεσία που ορίζει ότι ουδείς πρέπει να υφίσταται παρενόχληση και κάθε άλλη αρνητική συμπεριφορά λόγω του θρησκεύματός του (Ν.3304/2005), καθώς και η νομοθεσία που τιμωρεί ποινικά όποιους προσβάλλουν άτομα ή ομάδες λόγω του θρησκεύματός τους (αντιρατσιστικός Ν.927/1979). Αυτή η νομοθεσία δεν έχει καμία σχέση με τις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα περί βλασφημίας και καθύβρισης θρησκεύματος: στην δεύτερη περίπτωση δεν προστατεύονται άτομα ή ομάδες ατόμων, αλλά το ίδιο το θρήσκευμα. Πρόκειται δηλαδή για προστασία χωρίς θύμα: το ίδιο το θρήσκευμα δεν αποτελεί υποκείμενο δικαίου, ανεξάρτητο δηλαδή από τους φορείς του μέγεθος που αξίζει έννομης προστασίας. 

Περαιτέρω, υπάρχουν ήδη ευάριθμες αποφάσεις των ελληνικών δικαστηρίων που αναφέρουν ότι το περιεχόμενο ενός έργου τέχνης, το οποίο αποτελεί εξ ορισμού μη-κυριολεκτικό λόγο, αλλά προϊόν της δημιουργικής ανθρώπινης φαντασίας, δεν μπορεί να έχει θύματα με την νομική έννοια του όρου. Από την απόφαση που αθώωσε τον Μίμη Ανδρουλάκη για το "βλάσφημο" έργο του "Μι εις την νιοστή", το πόρισμα του Συνηγόρου του Πολίτη για τον πίνακα με τον σταυρό στο Outlook, την απόφαση που αθώωσε τον Αυστριακό καρτουνίστα για το κόμικ "η ζωή του Χριστού" έως και την πιο πρόσφατη απόφαση που δεν απαγόρευσε την προβολή του "Kώδικα Da Vinci", η Ελληνική Δικαιοσύνη έχει επιβεβαιώσει ότι δεν υπάρχει πεδίο εφαρμογής του αδικήματος περί βλασφημίας και καθύβρισης θρησκεύματος όταν πρόκειται για έργα τέχνης. Aντιθέτως, σε όλες αυτές τις αποφάσεις, τα δικαστήρια τόνισαν ότι η απαγόρευση θα καταργούσε το δικαίωμα του κοινού που επιθυμεί να αποκτήσει πρόσβαση στα συγκεκριμένα έργα τέχνης, δηλαδή θα έθιγε την ελευθερία της έκφρασης τόσο στην ενεργητική της διάσταση (δικαίωμα του καλλιτέχνη να εκφραστεί), όσο και στην παθητική της διάσταση (δικαίωμα του κοινού να απολαύσει το έργο). 

Παρ' όλ' αυτά, τα σχετικά άρθρα 198-199 του Ποινικού Κώδικα παραμένουν σε ισχύ, όπως παραμένει βέβαια και το άρθρο 20 του Ποινικού Κώδικα που αίρει τον άδικο χαρακτήρα μιας πράξης όταν η πράξη αυτή αποτελεί ενάσκηση δικαιώματος, όπως εν προκειμένω είναι η ελευθερία της έκφρασης. 

Η ελευθερία της έκφρασης έχει κατοχυρωθεί, εκτός των άλλων κανονιστικών κειμένων και από το άρθρο 19 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, το οποίο έχει κυρώσει η Ελλάδα με νόμο του 1997. Σύμφωνα με την αρμόδια Επιτροπή του Ο.Η.Ε. που παρακολουθεί την τήρηση των εν λόγω δεσμεύσεων, ιδίως ως προς την ελευθερία της έκφρασης έχουν επισημανθεί τα εξής: 

"48. Οι απαγορεύσεις των δηλώσεων ασέβειας για μια θρησκεία ή για ένα άλλο σύστημα πίστεως, όπως οι νόμοι περί βλασφημίας, είναι ασύμβατοι με το Σύμφωνο, εκτός από τις ειδικές περιστάσεις που περιγράφονται στο άρθρο 20 παράγραφος 2 το Συμφώνου. Τέτοιοι περιορισμοί πρέπει επίσης να τηρούν τις αυστηρές προϋποθέσεις του άρθρου 19 παράγραφος 3, όπως κι αυτές των άρθρων 2,5,17,18 και 26. Έτσι, για παράδειγμα, δεν θα ήταν επιτρεπτό αυτοί οι νόμοι να επιβάλλουν διακρίσεις υπέρ ή εναντίον άλλης θρησκείας ή συστήματος πίστεως ή στους πιστούς έναντι των μη-πιστών. Ούτε θα ήταν επιτρεπτό τέτοιες απαγορεύσεις να χρησιμοποιούνται για να αποτραπεί ή να τιμωρηθούν οι επικρίσεις θρησκευτικών ηγετών ή ο σχολιασμός στο θρησκευτικό δόγμα ή δόγματα ."

Οι διεθνείς υποχρεώσεις της Ελλάδας επιβάλλουν λοιπόν την κατάργηση των άρθρων 198-199 ΠΚ, όχι μόνο στην εφαρμογή τους σε περιπτώσεις έργων τέχνης, αλλά γενικά. Ας μην ξεχνάμε ότι η Ελλάδα έχει καταδικαστεί 9 φορές μέσα στα τελευταία χρόνια από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για παραβιάσεις της ελευθερίας της έκφρασης (βλ. εδώ) κι έχει μια μακρά ιστορία λογοκριτικών επεμβάσεων (βλ. εδώ) που πρέπει επιτέλους να αποτελέσει μια "παράδοση" προς αποφυγή. 

Φαίνεται όμως ότι κάποιοι, δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι οφείλουν να σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα και να συμβάλλουν έμπρακτα στην προώθησή τους. Κάποιοι επιδιώκουν να επιβάλλουν μια λογική μίσους, διχασμού ακόμη και νομικών κυρώσεων, με έωλη νομική βάση, παρά το νομολογιακό οπλοστάσιο. Επιδιώκεται άλλη μια καταδίκη της χώρας για παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης, εάν η Ελληνική Δικαιοσύνη παρακάμψει το σχετικό κεκτημένο - πράγμα που φυσικά απεύχομαι. 

Οι φραστικές καταδίκες δεν αρκούν: η ίδια η υπόβολη της μήνυσης που οδήγησε και σε προσαγωγές κι επομένως σε προσβολή προσωπικότητας των ηθοποιών συνιστά απόπειρα παραβίασης της ελευθερίας της έκφρασης. Δεν υπάρχει απολύτως καμία δικαιολογία για τους μηνυτές: εκείνοι είναι που πρέπει να λογοτοδήσουν στην Δικαιοσύνη για την έλλειψη σεβασμού που επέδειξαν στα ανθρώπινα δικαιώματα των καλλιτεχνών. Δεν αρκεί μια αθώωση του θιάσου και των συντελεστών: οι μηνυτές πρέπει να υποστούν τις νόμιμες συνέπειες για την αναστάτωση που προκάλεσαν και για την βαθύτατη περιφρόνησή τους στην θεμελιώδη δημοκρατική κατάκτηση της ελευθερίας της έκφρασης. 





Πέμπτη, Ιουνίου 07, 2012

Εκτός νόμου

Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 29 του Συντάγματος, "Έλληνες πολίτες που έχουν το εκλογικό δικαίωμα μπορούν ελεύθερα να ιδρύουν και να συμμετέχουν σε πολιτικά κόμματα, που η οργάνωση και η δράση τους εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος".

Το Σύνταγμα προϋποθέτει ότι η ελευθερία ίδρυσης και συμμετοχής σε πολιτικά κόμματα έχει ως προϋπόθεση ότι, τόσο η οργάνωση (δηλαδή το καταστατικό τους και η θεωρητική υποδομή τους), όσο και η δράση τους (δηλ. το τι κάνουν στην πράξη) εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. 

Εγγυητικός θεσμός για την τήρηση του άρθρου 29 του Συντάγματος είναι ο Άρειος Πάγος: αυτός ανακηρύσσει τους συνδυασμούς, αφού πρώτα έχει ελεγχθεί ότι τα υποψήφια κόμματα πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 29. Στην πράξη, όμως, αυτό έχει υποβιβαστεί σε μια απλή μονομερή γραφειοκρατική διαδικασία που είναι ζήτημα κατά πόσον καλύπτει την ρυθμιστική εμβέλεια του άρθρου 29 του Συντάγματος. Δηλαδή κατά το Ν.3023/2002, τα κόμματα οφείλουν πριν "αναλάβουν δραστηριότητα", να καταθέσουν στον Άρειο Πάγο μια δήλωση στην οποία αναφέρεται ότι "η οργάνωση και η δράση τους εξυπηρετούν την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος". 

Η υποβολή δήλωσης, κατά την γνώμη μου δεν αρκεί για την πλήρη εφαρμογή του άρθρου 29 του Συντάγματος: ο Άρειος Πάγος, ακόμη κι όταν υπάρχει το τυπικό σκέλος (η δήλωση), οφείλει να εξετάζει κατά πόσον η οργάνωση ή/και η δράση ενός κόμματος δεν εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, ακόμη και πέραν από τις χονδροειδείς περιπτώσεις που αναφέρει ο εκλογικός νόμος (λ.χ. χρήση του "στέμματος" ως κομματικού εμβλήματος). Διότι τίποτε δεν αποκλείει ότι η "δήλωση", ακόμη κι όταν υπάρχει, μπορεί να αποδειχθεί στο μέλλον ψευδής. Εάν ο Άρειος Πάγος διαπιστώσει ότι η δράση ενός κόμματος (γιατί εκεί μπορεί να είναι το πρόβλημα, στις πράξεις κι όχι στα καταστατικά και τις θεωρίες) δεν εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, σαφώς κι έχει συνταγματικό καθήκον να μην ανακηρύξει τους συνδυασμούς του συγκεκριμένου κόμματος. 

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η έννοια της "ελεύθερης λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος" ενέχει έναν μεγάλο βαθμό αφαίρεσης, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε αυθαίρετες αποφάσεις για την ανακήρυξη ή μη ενός συνδυασμού. Με τον όρο αυτό, ο συνταγματικός νομοθέτης  δεν εννοούσε τα πολιτικά κόμματα που ενδεχομένως οραματίζονται ένα διαφορετικό κοινωνικοπολιτικό σύστημα και που επιδιώκουν, μέσα στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος, να πείσουν για μια πολιτειακή μεταβολή. Αυτές δεν είναι κομματικές δράσεις που δεν "εξυπηρετούν την ελεύθερη λειτουργία" του δημοκρατικού πολιτεύματος. Αντιθέτως, είναι θεμιτές επιδιώξεις, ενταγμένες στην ίδια την λειτουργία ενός δημοκρατικού πολιτεύματος. Το Σύνταγμα επιδιώκει να αποκλείσει μόνο τα κόμματα, των οποίων η δράση και η οργάνωση εμποδίζουν την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Ένα κόμμα που η δράση των μελών του στρέφεται συστηματικά κατά θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως για παράδειγμα είναι η ελευθερία της έκφρασης, αναπόσπαστου στοιχείου της δημοκρατίας, αποτελεί περίπτωση η οποία  σαφώς μπορεί να εμποδίζει την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Επομένως, η λειτουργία ενός τέτοιου κόμματος δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 29 του Συντάγματος και ο Άρειος Πάγος δεν έχει καμία υποχρέωση να ανακηρύξει έναν τέτοιο συνδυασμό υποψηφιοτήτων, ακόμη κι αν έχει υποβληθεί "δήλωση".


Σάββατο, Ιουνίου 02, 2012

Μια συζήτηση με τον Αριστείδη Χατζή


Mια συζήτηση με τον καθηγητή φιλοσοφίας δικαίου κ. Αριστείδη Χατζή.
Εξακολουθεί να υπάρχει απόσταση ανάμεσα στην ουσιαστική δικαιοσύνη και το θετό δίκαιο; Νομιμοποιείται η πλειοψηφία να αποφασίζει για τα πάντα σε μια δημοκρατία; Η ενσωμάτωση του φιλελευθερισμού στο ισχύον δίκαιο αφήνει περαιτέρω χώρο για περαιτέρω φιλελεύθερη πολιτική διεκδίκηση; Η άμεση δημοκρατία είναι συμβατή με το κράτος δικαίου; Είναι θεμιτό να είναι υποψήφιοι βουλευτές άτομα που έχουν καταδικαστεί για ποινικά αδικήματα; Νοείται η δημοκρατία να αποκλείει από τις εκλογές πολιτικά κόμματα; Είναι αποτελεσματική η ποινικοποίηση των ρατσιστικών απόψεων;
Μαζί με τον Χρήστο Γραμματίδη θέτουμε αυτά και άλλα ερωτήματα και συζητάμε τις πιθανές απαντήσεις με τον Aριστείδη Χατζή.
Aκούστε την εκπομπή εδώ

Παρασκευή, Ιουνίου 01, 2012

Διαφημίσεις στοιχημάτων στο Διαδίκτυο

Με το θέμα του πρόσφατου νόμου για τα διαδικτυακά παιχνίδια και στοιχήματα ασχοληθήκαμε λίγο καιρό μετα την έκδοση του Ν.4002/2011. Το θέμα της τοποθέτησης διαφημίσεων προς στοιχηματικές ιστοσελίδες απασχολεί πλέον τις εισαγγελικές αρχές, λόγω σχετικής κίνησης νομικών διαδικασιών εναντίον κατόχων ιστοσελίδων που τοποθετούν τέτοιες διαφημιστικές καταχωρήσεις.

Το νομικό πλαίσιο είναι σύνθετο, καθώς τίθενται ζητήματα σχετικά με την εφαρμογή ή μη της προγενέστερης νομοθεσίας του 1996 που προέβλεπε ευνοϊκότερο πλαίσιο ποινών, αλλά χωρίς μεταβατικές διατάξεις. Ταυτόχρονα υπάρχει μία δημοσιευμένη δικαστική απόφαση που εφαρμόζει τον Ν.4002/2011, σε υπόθεση διαδικτυακών διαφημίσεων στοιχημάτων, αλλά αφορά ασφαλιστικά μέτρα και όχι την ποινική διαδικασία. Το δικαστήριο των ασφαλιστικών μέτρων έκρινε ότι η σχετική μεταβατική διάταξη του Ν. 4002 που επιτρέπει στις αδειοδοτημένες στοιχηματικές επιχειρήσεις με έδρα στην ΕΕ να συνεχίσουν τις δραστηριότητές τους (μέχρι τη διαδικασία της νέας αδειοδότησης), στην ουσία επιτρέπει και την συνέχιση της σχετικής διαφήμισης.

Το θέμα είναι λοιπόν ανοικτό και αναμένεται η σχετική επεξεργασία του για την άρση των όποιων αντινομιών εντοπίζονται σε ένα προφανώς μεταβατικό και προβληματικό νομικό πλαίσιο.

To νομοσχέδιο για την ισότητα στον γάμο

 Το νομοσχέδιο προβλέποντας στο άρθρο 3 ότι ο γάμος επιτρέπεται για άτομα διαφορετικού ή ίδιου φύλου, αυτοδικαίως επεκτείνει στα ζευγάρια το...